Ο Άρειος Πάγος με μια φιλεργατική απόφασή του αποφάνθηκε ότι σε περίπτωση κατά την οποία εργαζόμενος τραυματιστεί εν ώρα εργασίας και μείνει ανάπηρος καθώς δεν είχαν ληφθεί τα αναγκαία μέτρα ασφαλείας, ο εργοδότης τoυ έχει την υποχρέωση να τον απασχολήσει σε άλλη θέση στην οποία ο εργαζόμενος είναι ικανός να εργαστεί ως άτομο με αναπηρία (ΑμεΑ).
Μηχανολόγος μηχανικός προσλήφθηκε το 2007 με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου πλήρους απασχόλησης σε βιομηχανική Ανώνυμη Εταιρεία εξόρυξης και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, με την ειδικότητα του χειριστή μονάδων παραγωγής.
Από τον Οκτώβριο του 2010 η μονάδα παραγωγής θείου στην οποία εργαζόταν ο άτυχος μηχανολόγος είχε μειωμένη παραγωγή λόγω τεχνικών προβλημάτων.
Έτσι, η ρύθμιση λειτουργίας της μονάδας δεν μπορούσε πλέον να γίνει αυτόματα από τον θάλαμο ελέγχου της βιομηχανίας, αλλά έπρεπε να την κάνει χειροκίνητα ο χειριστής παραγωγής της. Ο τελευταίος έπρεπε να ρυθμίσει την παροχή αέρα με χειροκίνητη βάνα. Η βάνα αυτή βρισκόταν σ’ ένα πατάρι, το οποίο ήταν σε ύψος τεσσάρων μέτρων περίπου από το έδαφος.
Ο μηχανολόγος, για να φτάσει στη βάνα στο πατάρι, έπρεπε να πατήσει πάνω σε έναν οριζόντιο σωλήνα νερού διαμέτρου 15 cm, που διερχόταν παράλληλα με το άκρο του παταριού. Στη συνέχεια έπρεπε να στρέψει το πρόσωπό του προς τη βάνα και με την πλάτη γυρισμένη στο κενό να ισορροπήσει πάνω στον σωλήνα, ακουμπώντας με την πλάτη σε έναν άλλον οριζόντιο σωλήνα, διαμέτρου 5 cm., που υπήρχε σε ύψος περίπου 1 μέτρου από το πατάρι. Τότε, με λεπτές κινήσεις των χεριών έπρεπε να ρυθμίσει τη βάνα, ώστε να πετύχει την κατάλληλη παροχή αέρα, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος εκδήλωσης πυρκαγιάς.
Σε όλη αυτή τη διαδικασία για την άνοδο στο πατάρι δεν μπορούσε ούτε ο μηχανολόγος ούτε οι συνάδελφοί του να χρησιμοποιήσουν ζώνη ασφαλείας, έτσι ώστε να αποφευχθεί πιθανό ατύχημα, καθώς δεν υπήρχε σταθερό σημείο να στερεωθεί.
Αυτό γινόταν σε καθημερινή βάση επί δύο περίπου μήνες, ώσπου το δεύτερο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου 2010 και ενώ ο μηχανολόγος είχε αναρριχηθεί για να ενεργοποιήσει τη βάνα, υποχώρησε ο ένας σωλήνας όπου στηριζόταν και πριν προλάβει να αντιδράσει έπεσε στο έδαφος.
Από την πτώση υπέστη κάταγμα του 8ου θωρακικού σπονδύλου, τραυματισμό του νωτιαίου μυελού, θλάση πνευμόνων, παραπληγία με πλήρη παύση της κινητικής και αισθητικής λειτουργίας από τη μέση και κάτω και παράλυση των άκρων, αλλά και λοίμωξη μήνιγγος.
Υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση «αποσυμπίεσης του μυελού με επέκταση της αρχικής πεταλεκτομής, σπονδυλοδεσία και τοποθέτηση οστικού αλλομοσχεύματος». Στη συνέχεια ακολούθησε πρόγραμμα αποκατάστασης στην Ελλάδα και στη Γερμανία.
Αν και η κατάστασή του βελτιώθηκε μερικώς, παρ’ όλα αυτά από το 2010 βρίσκεται σε κατάσταση παραπληγίας κάτω άκρων και είναι καθηλωμένος μόνιμα σε αναπηρικό καροτσάκι.
Να σημειωθεί ότι ο τεχνικός ασφαλείας, ο διευθύνων σύμβουλος, ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος της βιομηχανικής καταδικάστηκαν σε φυλάκιση 18 μηνών ο καθένας για πρόκληση σωματικής βλάβης από αμέλεια.
Μετά την αναρρωτική άδεια που είχε λάβει ζήτησε εγγράφως να του ανατεθούν καθήκοντα τα οποία να συνάδουν με την κατάσταση της υγείας του και τα οποία θα ήταν διαφορετικά από αυτά που μέχρι τον τραυματισμό του ασκούσε. Μάλιστα, πρότεινε ο ίδιος να απασχοληθεί στην κενή θέση αποθηκάριου ή στην πύλη της βιομηχανίας.
Η εταιρεία, κατά κατάχρηση του διευθυντικού δικαιώματός της, όπως υπογραμμίζεται στην αρεοπαγιτική απόφαση, αρνήθηκε να δεχθεί την απασχόλησή του, όχι επειδή δεν υπήρχε ανάλογη κενή θέση, αλλά επικαλούμενη ότι στις μονάδες παραγωγής της βιομηχανίας απαγορεύεται η είσοδος των ΑμεΑ.
Δεν έφτανε μόνο αυτό, η εταιρεία θεώρησε ότι η μεγάλη διάρκεια αποχής από την εργασία του και η διαρκής ανικανότητά του «ενείχε σιωπηρά δήλωση βούλησης οικειοθελούς αποχώρησης και μονομερή λύση της εργασιακής σύμβασής του» και κατέθεσε στον ΟΑΕΔ «αναγγελία οικειοθελούς αποχώρησης μισθωτού». Με τον τρόπο αυτό η εργοδότρια εταιρεία προσπάθησε να απαλλαγεί από τον υπάλληλο της, χωρίς μάλιστα να καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση.
Στο πλαίσιο της σκληρής τακτικής που τήρησε η βιομηχανία, έφτασε στο σημείο να επικαλεστεί ακόμη ότι, ενώ ο μηχανολόγος μπορούσε να λάβει σύνταξη αναπηρίας (κύρια και επικουρική) και επιδόματα απόλυτης αναπηρίας και παραπληγίας, αυτός παρέμεινε ηθελημένα και κακόπιστα αδρανής προκειμένου να λαμβάνει μισθούς υπερημερίας.
Οι αρεοπαγίτες δικαίωσαν τον μηχανολόγο, κρίνοντας ότι η βιομηχανία, ως υπεύθυνη του ατυχήματος, στο πλαίσιο της η καλής πίστης έπρεπε να λάβει πρόνοια και να του αναθέσει εργασία την οποία ήταν ικανός να παράσχει παρά την αναπηρία του. Έτσι, αρνούμενη να τον απασχολήσει σε άλλη, κατάλληλη θέση, έγινε υπερήμερη περί την αποδοχή της εργασίας του και υποχρεώθηκε να του καταβάλει μισθούς υπερημερίας 15.000 ευρώ περίπου.