Μια νέα κατηγορία συνθετικών αντιβιοτικών ικανών να καταστρέψουν τα ανθεκτικά στα αντιβιοτικά βακτήρια του χρυσίζοντος σταφυλόκοκκου (MRSA), ανακάλυψε ένας Έλληνας επιστήμονας της διασποράς.
Το MRSA είναι ένα δυνητικά θανατηφόρο μικρόβιο που είναι δύσκολο να αντιμετωπισθεί, επειδή πολλά στελέχη του έχουν πια αναπτύξει ανθεκτικότητα απέναντι στα υπάρχοντα αντιβιοτικά, με αποτέλεσμα να κάνει θραύση στα νοσοκομεία ανά τον κόσμο.
Η ανακάλυψη δίνει ελπίδες ότι στο μέλλον οι επιστήμονες θα έχουν στα χέρια τους νέα απολύτως αναγκαία όπλα στον πόλεμο εναντίον αυτών των υπερ-μικροβίων.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή ιατρικής, μικροβιολογίας και ανοσολογίας Ελευθέριο Μυλωνάκη του Πανεπιστημίου Μπράουν του Ρόουντ ‘Αϊλαντ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό Nature, βρήκαν δύο νέες συνθετικές ουσίες που, όπως έδειξαν τα πειράματα σε σκώληκες και ποντίκια, μπορούν να σκοτώσουν τα κύτταρα των βακτηρίων MRSA.
Οι δύο ουσίες (CD437 και CD1530), οι οποίες ανήκουν στα ρετινοειδή, μικρά μόρια που είναι παράγωγα της βιταμίνης Α, είναι ικανές να εξαλείψουν ακόμη και τα παθογόνα κύτταρα που «κρύβονται», επειδή έχουν εισέλθει σε μια μια μεταβολικά αδρανή ή υπνώττουσα κατάσταση.
Τα κύτταρα αυτά (persister cells) αναπτύσσονται ελάχιστα ή καθόλου και δεν τα «πιάνουν» τα υφιστάμενα αντιβιοτικά. Αυτό έχει ως συνέπεια την επανεμφάνιση των λοιμώξεων μετά από κάποιο διάστημα, π.χ. στην περίπτωση ενδοκαρδίτιδας λόγω λοίμωξης από εμφυτευμένη ιατρική συσκευή ή στις συχνές πνευμονικές λοιμώξεις λόγω κυστικής ίνωσης. Η κατάσταση είναι πιο επικίνδυνη, όταν η υποτροπιάζουσα λοίμωξη οφείλεται στο υπερ-μικρόβιο MRSA.
Οι δύο νέες ουσίες -οι οποίες ανακαλύφθηκαν ανάμεσα σε περίπου 82.000 μόρια που δοκιμάσθηκαν- είναι οι πρώτες που έχουν άμεσο και ουσιαστικό αποτέλεσμα ενάντια σε αυτά τα κρυφά και επίμονα κύτταρα του MRSA. Μία από τις δύο ουσίες μάλιστα κατάφερε να θεραπεύσει και μια χρόνια λοίμωξη από MRSA στα πειραματόζωα.
Επίσης, πλην του MRSA, τα νέα αντιβιοτικά έχουν αποτέλεσμα ενάντια σε ένα βακτήριο (εντερόκοκκο) που προκαλεί ενδοκαρδίτιδα.
Επιπλέον, σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις, οι ουσίες έχουν χαμηλά επίπεδα τοξικότητας για το ήπαρ και τα νεφρά, ενώ, σύμφωνα με τους επιστήμονες, είναι μάλλον απίθανο οι παθογόνοι μικροοργανισμοί να αναπτύξουν ανθεκτικότητα και στις δύο νέες ουσίες.
Οι ερευνητές εξέφρασαν την αισιοδοξία τους ότι η μελέτη τους θα βοηθήσει στην ανάπτυξη νέων αποτελεσματικών και κλινικά χρήσιμων αντιβιοτικών φαρμάκων. Θα ακολουθήσουν περαιτέρω μελέτες για να εξασφαλισθεί η ασφάλεια των ουσιών, ώστε να αρχίσουν σε λίγα χρόνια οι κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους.
Δυστυχώς, πάντως, οι νέες ουσίες δεν φαίνεται να δρουν αποτελεσματικά ενάντια στα Gramm-αρνητικά βακτήρια (Escherichia coli, Pseudomonas aeruginosa, Neisseria gonorrhoeae, Klebsiella pneumoniae and Yersinia pestis κ.α.).
φωτογραφία: Ελευθέριος Μυλωνάκης – Πηγή Brown University
Ο δρ Ε.Μυλωνάκης αποφοίτησε το 1990 από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από όπου πήρε και το διδακτορικό του το 1994.
Μετά την εμπειρία του στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», έφυγε στις ΗΠΑ, όπου εργάσθηκε στα νοσοκομεία Μίριαμ (του πανεπιστημίου Μπράουν) και Γενικό Μασαχουσέτης (της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ).
Η έρευνά του εστιάζεται στην μικροβιακή παθογένεση και γενικότερα στις λοιμώδεις νόσους.