Με αφορμή το θάνατο βρέφους από κοκίτη στο Παιδιατρικό Κέντρο της Αθήνας πριν από λίγες ημέρες, έχει ξεκινήσει και πάλι μια συζήτηση για τη μείωση στην εμβολιαστική κάλυψη που σημειώνεται τα τελευταία χρόνια και στη χώρα μας, λόγω των οικονομικών δυσχερειών πολλών συμπολιτών μας, της έλλειψης πρόσβασης στις υπηρεσίες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και, βεβαίως, λόγω του αντιεμβολιαστικού κινήματος. Το τελευταίο μάλιστα, αν και δεν έχει ιδιαίτερες διαστάσεις στη χώρα μας — και ίσως ήδη ο όρος κίνημα να είναι και καταχρηστικός —, εκμεταλλεύεται τις συνθήκες οικονομικής κρίσης, την ημιμάθεια γύρω από τα εμβόλια και τη χρησιμότητά τους και τείνει να γίνει μια επικίνδυνη μόδα.
Βεβαίως, ο φόβος του ανθρώπου έναντι των εμβολίων είναι τόσο παλιός, όσο ο πρώτος εμβολιασμός κατά της ευλογιάς που γινόταν με τον ιό της δαμαλίτιδας. Το αντιεμβολιαστικό κίνημα άρχισε να γίνεται μόδα μετά από τη διαβόητη εργασία του Andrew Wakefield που δημοσιεύτηκε στο Lancet το 1998, με την οποία επιχείρησε να συνδέσει το τριπλό εμβόλιο ιλαράς-παρωτίτιδας-ερυθράς, το γνωστό MMR, με τον αυτισμό. Από τότε έχουν γραφτεί πολλά, ο Wakefield έχασε τελικά την ιατρική του άδεια και φυσικά τα ευρήματά του δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ από κανέναν ανεξάρτητο ερευνητή. Το Lancet απέσυρε οριστικά τη δημοσίευση όταν ενδελεχής έρευνα απέδειξε ότι τα δεδομένα που χρησιμοποίησε ο Wakefield ήταν χαλκευμένα.
Όμως για ποιο λόγο συνεχίζουν να χρησιμοποιούν ως επιχείρημα οι αντιεμβολιαστές τη σύνδεση εμβολίων-αυτισμού; Για να απαντήσουμε, πρέπει να δούμε τα βασικά σημεία στα οποία στηρίχτηκε αυτή τη μελέτη. Κυρίως όμως πρέπει να έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας τρία πράγματα: α΄. Το φαινόμενο Ντάνινγκ-Κρούγκερ, β΄. Τη μεροληψία αυτοεπιβεβαίωσης (confirmation bias) και γ΄. Συσχέτιση δεν σημαίνει και αιτίαση.
Το 1998 λοιπόν, ο Andrew Wakefield και δώδεκα συνεργάτες του δημοσίευσαν στο Lancet μια μελέτη περιστατικών (case report) που εντελώς αυθαίρετα συμπέραινε μία συσχέτιση μεταξύ του εμβολίου MMR και του αυτισμού. Όπως ήταν αναμενόμενο, ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων και φυσικά προβλήθηκε υπέρ το δέον στα ΜΜΕ, με αποτέλεσμα να δημιουργήσει ένα φανατικό κοινό, κυρίως από «αγανακτισμένους» γονείς. Κι εδώ λοιπόν έχουμε το φαινόμενο Ντάνινγκ-Κρούγκερ, όπου σχετικά ανειδίκευτα άτομα, που υποφέρουν από απατηλή ανωτερότητα και αγνοούν βασικές αρχές ανοσολογίας, φτάνουν στο σημείο να φανατίζονται με τα ευρήματα αυτής της μελέτης χωρίς να έχουν την ικανότητα να αξιολογήσουν ένα case report, πόσο μάλλον μια κλινική μελέτη.
Έτσι, παρά το πολύ μικρό στατιστικό δείγμα (μόλις 12 άτομα), τον ελλιπή σχεδιασμό της μελέτης και τα αυθαίρετα συμπέρασματά της, η δημοσίευση έδωσε νέα ώθηση στο αντιεμβολιαστικό κίνημα, παρουσιάστηκε μία σημαντική κάμψη στον εμβολιασμό MMR και πολλοί γονείς άρχισαν να προβληματίζονται για τα εμβόλια και τη σχέση τους με τον αυτισμό. Κανείς δεν περίμενε να γίνει ούτε το peer review, ούτε οι επακόλουθες επιδημιολογικές μελέτες — και, ακόμη και σήμερα, πολλοί γονείς έχουν μείνει με την αρχική εντύπωση αυτού του case report, αγνοώντας ή απορρίπτοντας συστηματικά ό,τι ακολούθησε.
Κι όμως, μετά τη δημοσίευση ακολούθησε σειρά επιδημιολογικών μελετών (π.χ. Taylor B. et al., «Autism and measles, mumps, and rubella vaccine: No epidemiologic evidence for a causal association», Lancet 1999, και Dales L. et al., «Time trends in autism and in MMR immunization coverage in California», JAMA 2001) που διαψεύδουν οποιαδήποτε συσχέτιση μεταξύ MMR εμβολίου και αυτισμού. Μάλιστα, αναφέρουν ότι η λογική πως το εμβόλιο MMR μπορεί να προκαλέσει αυτισμό μπορεί να οφείλεται στην αυθαίρετη «χρονική σύνδεση» μεταξύ των δύο: και τα δύο γεγονότα, λόγω σχεδιασμού (εμβόλιο MMR) ή ορισμού (αυτισμός), συμβαίνουν/γίνονται στην πρώιμη παιδική ηλικία. Κι εδώ είναι που κολλάει η βασική αρχή: «Συσχέτιση δεν σημαίνει και αιτίαση». Ακόμη λοιπόν και αν υπήρχε συσχέτιση σε αυτή τη μελέτη του Wakefield, η παραπάνω αρχή παραβιάστηκε και αγνοήθηκε συστηματικά.
Το επόμενο επεισόδιο στην περίπτωση της δημοσίευσης του Wakefield ήταν μια μικρή υποχώρηση από τα αρχικά συμπεράσματα: από 10 στους 12 συνεργάτες και συγγραφείς της δημοσίευσης. Σύμφωνα με αυτούς, τελικά «δεν υπήρχε τεκμηριωμένη συσχέτιση μεταξύ του MMR και του αυτισμού, μιας και τα δεδομένα ήταν ανεπαρκή». Αυτή η υποχώρηση προκάλεσε μια χιονοστιβάδα γεγονότων: το Lancet αρχικά ανακοινώνει ότι ο Wakefield αρνείται να αποκαλύψει τυχόν οικονομικά συμφέροντα και χορηγίες, και μετά από πιέσεις γίνεται γνωστό ότι η χρηματοδότηση του Wakefield γινόταν από συγκεκριμένο κύκλωμα δικηγόρων με σκοπό να κατασκευαστεί μία υπόθεση εναντίον του MMR, ελπίζοντας να θησαυρίσουν από τις μαζικές αγωγές γονέων αυτιστικών παιδιών που θα επακολουθούσαν.
Μάλιστα, εκτός από την παραπάνω σύγκρουση συμφερόντων, ο Wakefield ήθελε να προωθήσει το δικό του εμβόλιο ως ανταγωνιστή του τριπλού MMR, και κατασκεύασε τα «αποδεικτικά» στοιχεία, δηλαδή τα υποτιθέμενα ευρήματα των εξετάσεων από τις βιοψίες των παιδιών, οι οποίες στην πραγματικότητα ήταν φυσιολογικές. Μετά από όλες αυτές τις αποκαλύψεις, το Lancet απέσυρε τελικά τον Φεβρουάριο του 2010 (!) τη δημοσίευση του Wakefield, ενώ ο Wakefield βρέθηκε ένοχος για μια σειρά παραβιάσεων της Ορθής Κλινικής Πρακτικής (GCP) και για διαστρέβλωση επιστημονικών δεδομένων. Για παράδειγμα, προχώρησε σε επεμβατικές ιατρικές πράξεις σε παιδιά χωρίς να έχει πάρει την απαραίτητη συγκατάθεση, ενώ και η ένταξη των ασθενών δεν ήταν διαδοχική, όπως είχε αρχικά αναφέρει, αλλά επιλεκτική.
Στα 18 χρόνια που έχουν περάσει από τη δημοσίευση του Lancet έχει επιχειρηθεί πολλές φορές να αναπαραχθούν τα αποτελέσματα του Wakefield, χωρίς επιτυχία. Και αυτό ήταν αναμενόμενο, μιας και συσχέτιση μεταξύ του MMR, ή των εμβολίων γενικά, και αυτισμού δεν υπάρχει. Τα δεδομένα είναι ξεκάθαρα και το συνολικό δείγμα είναι πλέον τεράστιο, καθώς αφορά περισσότερα από 20 εκατομμύρια παιδιά. Ναι καλά διαβάσατε, 20 εκατομμύρια παιδιά. Κι όμως, ακόμη και σήμερα, ο μύθος συνεχίζει να διαδίδεται με τη βοήθεια του confirmation bias που αναφέρεται παραπάνω, αφού όσοι επιλέγουν για την ενημέρωσή τους μη αξιόπιστες πηγές, όπως το homeopathy.gr, και τσαρλατάνους, όπως ο «Δρ» Μουρούτης, έχουν ήδη σχηματισμένη άποψη και ψάχνουν απλώς ψυχολογική επιβεβαίωση, αγνοώντας οτιδήποτε δείχνει το αντίθετο, ακόμα και αν οι αποδείξεις/ενδείξεις εναντίον της άποψής τους είναι συντριπτικά πολλές.
Στην πραγματικότητα, όλα αυτά τα χρόνια και με αφορμή τον πανικό που έσπειρε το άρθρο του Lancet, επιστήμονες και οργανισμοί έχουν ξοδέψει παγκοσμίως πολύ χρόνο και χρήμα προκειμένου να το διαψεύσουν. Αρκετοί γονείς, ακόμη και σήμερα, στηρίζονται σε αυτή τη δημοσίευση και δεν εμβολιάζουν τα παιδιά τους φοβούμενοι τον αυτισμό, με αποτέλεσμα να εκθέτουν τα ίδια τους τα παιδιά σε κίνδυνο. Χρησιμοποιώντας μάλιστα το επιχείρημα ότι έχουν κάθε δικαίωμα να μην τα εμβολιάσουν, φέρονται κατά των εμβολίων ή αναφέρουν φήμες για παιδιά που δεν έχουν εμβολιαστεί και δεν έχουν πάθει τίποτα.
Το επιχείρημα αυτό χρησιμοποιείται μαζί με άλλα από τους αντιεμβολιαστές γιατί συστηματικά αγνοούν/απορρίπτουν τα εξής:
1. Το δικαίωμα των παιδιών στην Υγεία είναι ανώτερο από το δικαίωμα των γονέων τους στη λανθασμένη επιλογή να μην τα εμβολιάσουν.
2. Το γεγονός ότι λόγω εμβολιασμού υπάρχουν και αρρώστιες που σχεδόν έχουν εξαφανιστεί στις χώρες όπου ο εμβολιασμός είναι μαζικός. Αντιθέτως, όταν σημειώθηκε καμπή στην εμβολιαστική κάλυψη, επανεμφανίστηκαν ασθένειες που είχαν «εξαφανιστεί».
3. Τα εμβόλια δεν προστατεύουν 100% τον εμβολιασμένο: η ποικιλομορφία των αντιδράσεων ενός γενετικώς ποικίλου πληθυσμού δεν είναι εύκολα προβλέψιμη, ούτε είναι άσπρο-μαύρο. Το εμβόλιο τείνει να προστατεύει το μεγαλύτερο μέρος των εμβολιασθέντων (ποσοστά της τάξεως του 80%-90% και άνω συνήθως, αν και αυτό εξαρτάται από το εμβόλιο και από το αν έχουν ληφθεί όλες οι δόσεις) από το να κολλήσουν, και όσοι κολλήσουν συνήθως την περνάνε πιο ήπια από τους μη-εμβολιασθέντες.
4. Την «ανοσία αγέλης» (herd immunity), όπου οι εμβολιασμένοι προστατεύουν τους ανεμβολίαστους από κάποιο αντιγόνο, εμποδίζοντας την εξάπλωση ενός παθογόνου λόγω της ανοσίας υψηλού ποσοστού του πληθυσμού. Απλούστερα, ανοσία αγέλης σημαίνει και προστασία μη εμβολιασμένου πληθυσμού, ακριβώς λόγω μειωμένης κυκλοφορίας του παθογόνου. Αυτό το φαινόμενο έχει και τα όριά του όσον αφορά τον αριθμό από ανεμβολίαστα άτομα μπορεί να υποστηρίξει ένας εμβολιασμένος πληθυσμός. Υπάρχει δηλαδή ένα «κρίσιμο σημείο», όπου αν ένα ποσοστό μη εμβολιασμένων για συγκεκριμένο αντιγόνο ή για συγκεκριμένα αντιγόνα ατόμων ξεπεράσει ένα όριο, τότε απειλείται η ανοσία αγέλης.
5. Το γεγονός ότι, λόγω του φαινομένου της συλλογικής ανοσίας που περιγράφεται παραπάνω, οι υποστηρικτές του αντιεμβολιασμού έχουν τη δυνατότητα να προστατευτούν από ασθένειες και να μη νοσήσουν σε πολλές περιπτώσεις. Με λίγα λόγια, το αντιεμβολιαστικό κίνημα και οι απατεώνες που το προωθούν στηρίζονται στο γεγονός ότι τα εμβόλια ΔΟΥΛΕΥΟΥΝ.
6. Το γεγονός ότι αυξάνουν το μικροβιακό φορτίο σε έναν πληθυσμό και βάζουν σε κίνδυνο ομάδες ατόμων με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα, π.χ. καρκινοπαθείς ή και βρέφη που δεν έχουν προλάβει ακόμη να αρχίσουν τον εμβολιασμό (π.χ., κάτω των 2 μηνών δεν έχουν εμβολιαστεί σύμφωνα με το εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμών). Επίσης, παρά το γεγονός ότι κάποια εμβόλια μπορεί να προκαλέσουν αύξηση της πίεσης της φυσικής επιλογής, και άρα την ανάπτυξη ανθεκτικών στελεχών μικροβίων, αυτό δεν σημαίνει ότι ισχύει για τα περισσότερα (ειδικά για τα παιδικά εμβόλια) ή ότι είναι λόγος μη εμβολιασμού, καθώς μέρος του σχεδιασμού των σύγχρονων εμβολίων είναι ακριβώς η μείωση του προβλήματος αυτού.
7. Ο μη εμβολιασμός μπορεί να έχει ακόμη χειρότερες επιπτώσεις, λόγω της αυξημένης πίεσης της φυσικής επιλογής. Για να γίνει κατανοητό αυτό, είναι απαραίτητο να αναφερθεί ότι οι μεταλλάξεις που ήδη υπάρχουν στους διάφορους οργανισμούς «επιλέγονται» και επικρατούν όταν οι συνθήκες είναι ιδανικές για το αποτέλεσμα της έκφρασής τους. Με λίγα λόγια, οι μεταλλάξεις δεν είναι εξαρχής κάτι κακό ή καλό σε έναν οργανισμό — προϋπάρχουν στο γενετικό υλικό του και δεν δημιουργούνται από τη φυσική επιλογή. Η φυσική επιλογή είναι το πλαίσιο των συνθηκών μέσα στο οποίο μία μετάλλαξη «κρίνεται» ως ωφέλιμη ή ως βλαπτική/καταστρεπτική για το δεδομένο χρονικό πλαίσιο. Σε έναν μη εμβολιασμένο πληθυσμό λοιπόν αυξάνεται το μικροβιακό φορτίο μιας ασθένειας, με αποτέλεσμα να υπάρχουν και περισσότερες πιθανότητες να εμφανιστεί ή να έχει περισσότερα «αντίγραφα» μια προϋπάρχουσα μετάλλαξη μέσα στον πληθυσμό των μικροβίων που προσδίδει, π.χ., ανθεκτικότητα σε όλα τα γνωστά αντιβιοτικά. Αυτή η μετάλλαξη του συγκεκριμένου μικροβιακού στελέχους θα κυριαρχήσει στη συνέχεια, αφού με τη χρήση αντιβιοτικών θα αντιμετωπιστούν επιτυχώς όλα τα άλλα στελέχη εκτός αυτού.
8. Το γεγονός της αύξησης του μη εμβολιασμένου πληθυσμού που οδηγεί σε υψηλότερο κόστος στο χώρο της Υγείας, λόγω αυξημένης νοσοκομειακής περίθαλψης, αυξημένης χρήσης αντιβιοτικών (που συνεπάγεται και το παραπάνω πρόβλημα) ή άλλων θεραπευτικών προσεγγίσεων. Οι αντιεμβολιαστές, νομίζοντας ότι πολεμούν τις «κακές» φαρμακευτικές εταιρείες και τους «συστημικούς» γιατρούς «που τα τσεπώνουν», ουσιαστικά συμμετέχουν στην αύξηση του κόστους και των κερδών των φαρμακευτικών εταιρειών. Εξάλλου, δείτε ποια είναι τα κέρδη των φαρμακευτικών εταιρειών από τις πωλήσεις, π.χ., αντιβιοτικών διαχρονικά και δείτε ποια είναι από τα εμβόλια.
Το MMR και η μελέτη του Wakefield αποτέλεσαν την αιχμή της αντιεμβολιαστικής προπαγάνδας από το 1998 και μετά, μιας και ο αυτισμός είναι από τα αγαπημένα θέματα των συνωμοσιολάγνων μαζί με το «φάρμακο για τον καρκίνο» που έχει βρεθεί και δεν μας το λένε, αλλά και την ομοιοπαθητική. Φυσικά, από τότε προστέθηκαν και διάφορα άλλα «επιχειρήματα» και εμμονές, όπως η θειομερσάλη και τα άλατα του αλουμινίου, τα οποία επίσης καταρρίφθηκαν μέσα από μελέτες και επιστημονικές αναλύσεις. Γι’ αυτό υποχρέωση της επιστημονικής κοινότητας είναι να συνεχίζει χωρίς αφορισμούς την αξιόπιστη ενημέρωση γύρω από τους εμβολιασμούς, και πάντα σύμφωνα με τις διεθνείς οδηγίες και την επίσημη βιβλιογραφία, και με ξεκάθαρο τρόπο να δίνει απαντήσεις στις ανησυχίες των γονέων.
(Εικονογράφηση: Χαρακτικό προς εμπαιγμό του Edward Jenner και του εμβολιασμού. Λονδίνο, 1802. Επειδή προερχόταν από τις αγελάδες, υπήρχε η πεποίθηση πως όσοι εμβολιάζονται θα μετατραπούν σε αγελάδες ή ότι τα ζώα θα αρχίσουν να ξεπηδούν από το σώμα τους).