του Θεόφραστου Ανδρεόπουλου
Εδώ και αρκετές ημέρες όλοι ακούνε για την ανάγκη να μπει η Ελλάδα τώρα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και ότι χωρίς αυτό θα είναι αδύνατον να επιστρέψει στις αγορές. Τι είναι αυτή η περιβόητη ποσοτική χαλάρωση;
Ποσοτική χαλάρωση (Quantitative easing – QE) ονομάζεται η νομισματική πολιτική κατά την οποία μια κεντρική τράπεζα δημιουργεί χρήμα αγοράζοντας χρεόγραφα, όπως κρατικά ομόλογα.
Σκοπός αυτού του νομισματικού εργαλείου είναι η αύξηση της κατανάλωσης του ιδιωτικού τομέα και η ελεγχόμενη αύξηση του πληθωρισμού, όταν έχει σταματήσει να είναι αποτελεσματικό το μέτρο της μείωσης των επιτοκίων δηλαδή όταν αυτά έχουν φτάσει κοντά στο μηδέν ή έχουν γίνει αρνητικά, όπως αναφέρει η Wikipedia.
Με άλλα λόγι πρόκειται για δημιουργία χρήματος ένα είδος τυπώματος το οποίο εισρέει στην αγορά της υπό ένταξη χώρας και με αυτό τον τρόπο τονώνεται η κατανάλωση. Πρόκειται δηλαδή για παροχή ρευστότητας στην αγορά χωρίς όμως δανεισμό και έξτρα χρέη.
Η πρώτη φορά κατά την οποία χρησιμοποιήθηκε η ποσοτική χαλάρωση ήταν στην Ιαπωνία τις αρχές του 2000 (Μάιος 2001, ποσόν περίπου 30 τρισεκατομμύρια γιεν και για περίοδο τεσσάρων ετών). Ακολούθως στην ίδια πρακτική προχώρησε και η κυβέρνηση Μ.Ομπάμα στις ΗΠΑ μετά το 2008 (Νοέμβριος 2008 – Οκτώβριος 2014, με 4,5 τρισεκατομμύρια δολάρια).
Η Μεγάλη Βρετανία από το 2009 μέχρι τον Ιούλιο 2012 προχώρησε και αυτή σε «τύπωμα» συνολικού 375 δισεκατομμυρίων λιρών.
Την παράταση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης ως το Δεκέμβριο του 2017 αποφάσισε τον Δεκέμβριο του 2016 το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας.
Τότε η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι θα επεκτείνει μετά τη λήξη του προγράμματος τον Μάρτιο του 2017, τις αγορές ομολόγων ως το Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, μειώνοντας όμως το μηνιαίο όριο των αγορών στα 60 δισ. ευρω από 80 δισ. ευρω που είναι σήμερα.
Σημειώνεται ότι μεχρι το Μάρτιο του 2017 το μηνιαίο όριο των αγορών ομολόγων θα παραμείνει στα 80 δισ.ευρω.
Η ΕΚΤ θα επανεκτιμά τις οικονομικές εξελίξεις τόσο στο μέτωπο της ανάπτυξης όσο και του πληθωρισμού και αν χρειαστεί θα προχωρήσει σε τροποποιήσεις τόσο του χρονικού ορίζοντα του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης όσο και της ποσότητας των ομολόγων που θα απορροφά από την αγορά.
Στο μεταξύ η ΕΚΤ αποφάσισε να “χαλαρώσει” τις παραμέτρους του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE) προκειμένου να διευρυνθεί η “δεξαμενή” των επιλέξιμων προς αγορά ομολόγων.
Συγκεκριμένα η ΕΚΤ θα μπορεί πλέον να αγοράζει και ομόλογα με ετήσια διάρκεια, ενώ μέχρι πρότινος θα έπρεπε τα ομόλογα να έχουν τουλάχιστον διετή διάρκεια.
Παράλληλα χαμηλώνει ο πήχης του επιτοκίου των ομολόγων. Έτσι η ΕΚΤ θα έχει τη δυνατότητα να αγοράζει τίτλους με απόδοση χαμηλότερη από το επιτόκιο καταθέσεων (-0,4%) που είναι σήμερα.
Επισημαίνεται ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει θέσει δύο βασικές προϋποθέσεις για τη συμμετοχή της Ελλάδος στο QE. Η πρώτη προϋπόθεση είναι η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Η δεύτερη προϋπόθεση είναι το ελληνικό χρέος να καταστεί βιώσιμο
Σε αντίθεση με το τύπωμα χρήματος, η ποσοτική χαλάρωση είναι δημιουργία ηλεκτρονικού χρήματος, η οποία δίνει ρευστότητα στις τράπεζες και γενικά στους θεσμικούς επενδυτές που πωλούν χρεόγραφα όπως κρατικά ομόλογα προς την κεντρική τράπεζα και αποκτούν κεφάλαια τα οποία μπορούν να διαθέσουν στην αγορά, δανείζοντας εταιρείες και ιδιώτες, αυξάνοντας την κατανάλωση, με σκοπό την ανάπτυξη της οικονομίας.
H Κεντρική Τράπεζα εφαρμόζει Ποσοτική Χαλάρωση αγοράζοντας μια συγκεκριμένη ποσότητα ομολόγων ή άλλων χρηματοοικονομικών στοιχείων στις χρηματοπιστωτικές αγορές απο ιδιωτικά χρηματοοικονομικά ιδρύματα.
Ο στόχος της πολιτικής αυτής είναι να διευκολύνει την επέκταση του ιδιωτικού τραπεζικού δανεισμού· αν οι ιδιωτικές Τράπεζες αυξήσουν το δανεισμό θα αυξηθεί και η προσφορά χρήματος.
Η Ποσοτική Χαλάρωση μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο αν η Κεντρική Τράπεζα ελέγχει το νόμισμα που χρησιμοποιείται στη χώρα. Οι Κεντρικές Τράπεζες των χωρών στην Ευρωζώνη, για παράδειγμα, δεν μπορούν μονομερώς να αυξήσουν την προσφορά χρήματος τους και επομένως δεν μπορούν να εφαρμόσουν την Ποσοτική Χαλάρωση. Αντ’αυτού θα πρέπει να επικαλεστούν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για να ασκήσει Νομισματική Πολιτική.
Εν ολίγοις χωρίς Ποσοτική Χαλάρωση οι ελληνικές τράπεζες δεν μπορούν να διοχετεύσουν ρευστότητα στην αγορά ούτε να στηρίξουν επενδύσεις. Εκεί βρίσκεται η ουσία.