Ο Μάριος και η Δήμητρα. Η Δήμητρα και ο Μάριος. Ετσι συστήνονταν στους ξένους. Η «Δήμητρα – Μάριος Χ», ο «Μάριος – Δήμητρα Χ». Ετσι παρουσιάζονταν στα social media. Δύο πρόσωπα σε ένα, δύο ζωές σε μία, τόσο στον πραγματικό κόσμο όσο και στο διαδικτυακό σύμπαν. «Μαζί σε όλα», έλεγαν. Στις χαρές, στις λύπες, στα δύσκολα, στα ζόρικα, στα ανέφικτα, στα χειρότερα, στα καλύτερα, στα άπιαστα. Μαζί ακόμη και στον θάνατο που τόσο απροσδόκητα αποφάσισε να τους πάρει κοντά του τα ξημερώματα της περασμένης Δευτέρας όταν το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν έπεσε στο λιμάνι της Μυτιλήνης μετατρέποντας αυτό το «μαζί σε όλα» στο πιο μακάβριο, στο πιο οριστικό, στο πιο απόλυτο «μαζί για πάντα»…
Από την ξέφρενη διασκέδαση στην ξέφρενη πορεία…
Ξημερώματα Δευτέρας, ώρα 04.10. Ενα 20χρονο αγόρι από την Αγιάσο της Μυτιλήνης, ο Στάθης Χ., κοινοποιεί την παρουσία του στο Facebook. Βρίσκεται σε ένα από τα μεγαλύτερα και πλέον γνωστά κλαμπ του νησιού, το «Motel boutique», συντροφιά με τον καλό του φίλο Γιώργο Ζ. Στην παρέα βρίσκονται τρία ακόμη άτομα: τα δίδυμα 15χρονα αδέλφια του Στάθη, Μάριος και Θωμάς, καθώς και η κοπέλα του Μάριου, η 16χρονη Δήμητρα. Η παρέα των νεαρών διασκεδάζει σε ξέφρενους ρυθμούς, έτσι όπως συνηθίζουν να διασκεδάζουν τα νιάτα, αποθεώνοντας το τώρα και αδιαφορώντας για το μετά. Το ένα ποτό διαδέχεται το άλλο, η ζάλη την παραζάλη, η ανικανότητα την παντοδυναμία και όταν η διασκέδαση κλείνει πόρτες, ο Στάθης ανοίγει εκείνη του αυτοκινήτου και κάθεται στη θέση του οδηγού. Δίπλα του, στη θέση του συνοδηγού, ο 20χρονος Γιώργος και στα πίσω καθίσματα τα τρία ανήλικα παιδιά. Ο Στάθης βάζει μπρος και λίγα μέτρα από το παλιό δημαρχείο, στο ύψος του ιστορικού καφενείου «Πανελλήνιον» στην Προκυμαία, το αυτοκίνητο που κατευθύνεται με μεγάλη ταχύτητα από την πλατεία Σαπφούς προς το Δημοτικό Θέατρο, περνά στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, ανεβαίνει το διπλό κράσπεδο του πεζοδρομίου, προσκρούει με ορμή σε παρακείμενο μεταλλικό αλιευτικό σκάφος και σκάει στη θάλασσα. Ενας άνδρας του Λιμενικού Σώματος και τρεις μετανάστες που βρίσκονται στο επίμαχο σημείο πέφτουν αμέσως στη θάλασσα για βοήθεια.
Ο Στάθης και ο Γιώργος προλαβαίνουν να ανοίξουν τις πόρτες του δίθυρου αυτοκινήτου και να σωθούν, ενώ λίγα δευτερόλεπτα αργότερα απεγκλωβίζεται και ο 15χρονος Θωμάς. Η Δήμητρα και ο Μάριος δεν τα καταφέρνουν. Στέκουν εκεί, χωρίς παλμό, χωρίς ανάσα, εγκλωβισμένοι στο «για πάντα μαζί» που τόσο απεγνωσμένα επιζητούσαν. Λίγη ώρα μετά βατραχάνθρωποι του Λιμενικού και της Πυροσβεστικής ανασύρουν νεκρά τα δύο παιδιά. «Δεν μπορώ ακόμη να το πιστέψω. Εδώ στη Μυτιλήνη είμαστε όλοι συγκλονισμένοι», λέει μία νεαρή γυναίκα και συνεχίζει: «Για να συμβεί αυτό, σε τόσο κοντινή απόσταση από το κλαμπ που διασκέδαζαν, θα πρέπει να είχαν αναπτύξει πολύ μεγάλη ταχύτητα, να έτρεχαν πάρα πολύ. Είναι σχεδόν αδύνατον να ανέβει ένα αυτοκίνητο το διπλό κράσπεδο του πεζοδρομίου και να προσκρούσει με τέτοια δύναμη, αν δεν τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Πολύ κρίμα για τα παιδιά και τις οικογένειές τους. Λυπάμαι πολύ. Απ’ όσο γνωρίζω, τα δύο παιδιά που χάθηκαν, ο Μάριος και η Δήμητρα, ήταν πονεμένα παιδιά και έκαναν προσπάθειες για μια καλύτερη ζωή. Για μια ζωή στην οποία θα μπορούσαν να νιώσουν επιτέλους δυνατοί και αληθινά ευτυχισμένοι».
Τα βυθισμένα όνειρα μιας δύσκολης ζωής…
Σεπτέμβριος του 2016. Τότε που η 16χρονη Δήμητρα, «το κορίτσι με τον τσαμπουκά», σύμφωνα με τους φίλους της, περνούσε το κατώφλι του 1ου Εσπερινού Επαγγελματικού Λυκείου Μυτιλήνης. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν τα είχε καταφέρει και τόσο καλά στο σχολείο, μια που δεν είχε τα κατάλληλα ερεθίσματα και την ηρεμία για κάτι τέτοιο. Την πρώτη τάξη στο Γενικό Λύκειο που φοιτούσε πέρυσι την έχασε λόγω απουσιών. Βλέπετε τα γράμματα την άφηναν αδιάφορη και οι σπουδές έμοιαζαν με κάτι που πλάστηκε για όλους τους υπόλοιπους εκτός από την ίδια. Να, όμως, που άρχισε να έχει άλλα όνειρα, άλλες επιδιώξεις και κυρίως ένα πιθανό «άλλο μέλλον».
Ηθελε να τελειώσει το Λύκειο και, γιατί όχι, να σπουδάσει, να βρει μια δουλειά, να αποκτήσει το δικό της σπιτικό, τη δικιά της ζωή και κυρίως τη δικιά της οικογένεια. Η ζωή δεν της είχε φερθεί και τόσο καλά, αφού είχε χάσει τη μητέρα της από την τρυφερή ηλικία των 10 ετών, με τον πατέρα της σχεδόν απόντα και τα αδέλφια της υποχρεωμένα να παλεύουν για την κατάκτηση της δικής τους ζωής. Ηταν, όμως, αποφασισμένη να τα καταφέρει. Ετσι πίστευε και αφού το πίστευε μπορούσε και να το κάνει πραγματικότητα. Εψαχνε να βρει μια πρωινή δουλειά προκειμένου να μπορεί να καλύπτει κάποιες υποχρεώσεις της ενώ τα απογεύματα ήταν αποφασισμένη να τα περνάει πάντα στο σχολείο χωρίς την παραμικρή απουσία, χωρίς άλλες κοπάνες και αναβολές, Μέσα σε χρόνο dt η 16χρονη Δήμητρα κατάφερε να κερδίσει τη συμπάθεια και το ενδιαφέρον των καθηγητών της, οι οποίοι μιλούν για «ένα παιδί με απίστευτη ενέργεια και όρεξη για ζωή», ένα πλάσμα «που ήξερε να διεκδικεί και είχε άποψη για όλα», μια έφηβη «ικανή να κατακτήσει μόνη της όσα της στέρησαν οι άλλοι».
Στο διπλανό της θρανίο καθόταν ένα όμορφο αγόρι με πράσινα μάτια και καθαρό χαμόγελο. Ο 15χρονος Μάριος, ο οποίος δεν έμοιαζε καθόλου με τα υπόλοιπα αγόρια, μια που δεν του αρέσουν καθόλου ούτε οι μαγκιές ούτε οι επιδείξεις. Ηταν γλυκός, κάποιες φορές ντροπαλός και κάποιες άλλες κλεισμένος ολότελα στον εαυτό του. Η εξωστρεφής Δήμητρα τον ξεχώρισε από την πρώτη στιγμή κι έτσι οι δυο τους έγιναν αχώριστοι φίλοι. Στα διαλείμματα δεν σταμάταγε να του επαναλαμβάνει ότι μαζί μπορούσαν να καταφέρουν τα πάντα, ενώ στον ελεύθερο χρόνο της φρόντιζε πάντα να τον βοηθά στα μαθήματα, μια που εκείνη ήταν καλύτερη μαθήτρια.
Λίγο καιρό αργότερα, τον Νοέμβριο του 2016, Δήμητρα και Μάριος έγιναν ζευγάρι, με τη νεαρή κοπέλα να κοινοποιεί τον έρωτά της στο Διαδίκτυο αναρτώντας μια κοινή τους φωτογραφία και τη φράση: «Κι όταν μου χαμογέλασες, είπα, διάολε, αυτό θέλω να είναι το μέλλον μου…». Την είχε ανάγκη αυτή την αγάπη η Δήμητρα. Είχε ανάγκη την οποιαδήποτε αληθινή αγάπη, κάτι που εξέφραζε σχεδόν καθημερινά με τις επαναλαμβανόμενες αναρτήσεις της στην προσωπική της ιστοσελίδα. Αναρτήσεις, που μαρτυρούσαν πόσο πολύ σημαντικό ήταν για εκείνη να αγαπήσει και να αγαπηθεί: «Ηρθες απ’ το πουθενά κι έγινες τα πάντα», «Η λαχτάρα να σε δω ξανά, να σε σφίξω στην αγκαλιά μου, να ταξιδέψω στο κορμί σου, είναι οι λόγοι που δεν με άφησαν να κοιμηθώ», «Μια χαμένη μέρα είναι μια μέρα χωρίς τα μάτια σου».
«Η μόνη διαδρομή που γουστάρω είναι όταν έρχομαι να σε βρω», «Δυο απλά μάτια είναι κι εγώ μέσα σ’ αυτά βλέπω όλο τον κόσμο»… Ανάμεσα στη δίψα της για αληθινή αγάπη κυριαρχούσαν οι πληγές της και ο μεγαλύτερος φόβος της: «Εναν φόβο έχω μόνο, φίλε. Να μη χάσω δικό μου άνθρωπο. Για μένα δεν με νοιάζει. Αλλά για τους ανθρώπους που αγαπάς δεν έχεις τον έλεγχο του τι μπορεί να τους συμβεί»… Ανάμεσα στους παραπάνω ανθρώπους που η Δήμητρα λάτρευε σαν θεούς συμπεριλαμβανόταν και ο κατά 20 χρόνια μεγαλύτερος αδελφός της, Στράτος Χατζηγιαννάκης, ο άνθρωπος που στάθηκε δίπλα της από τη στιγμή που η μητέρα τους έχασε τη μάχη με τη ζωή αφήνοντας πίσω της πέντε παιδιά: «Στα δικά μου χέρια μεγάλωσε αυτό το κοριτσάκι. Την ανέθρεψα σαν να ήμουν ο πατέρας της και η μάνα της. Η Δήμητρά μου ήταν ολιγαρκής. Η Δήμητρά μου ήταν αδικημένη. Αδικημένη γιατί δεν μπόρεσε να ονειρευτεί. Αδικημένη γιατί έχασε τη μάνα της όταν ήταν 10 ετών. Αδικημένη γιατί έβλεπε εμάς να προχωράμε κι εκείνη να μένει πίσω. Αδικημένη γιατί δούλευε από παιδί. Αδικημένη γιατί έφυγε τόσο νωρίς», λέει ο ίδιος και συνεχίζει: «Οσον αφορά στο δυστύχημα, πολλά λέγονται και πολλά ακούγονται. Εγώ τον βρήκα τον οδηγό και μου αρνήθηκε ότι έτρεχε ή ότι είχε πιει. Αυτή τη στιγμή δεν ξέρω αν θα κινηθώ νομικά εναντίον του. Είμαι τόσο συντετριμμένος από τον χαμό της αδελφής μου που θέλω πρώτα να καταλαγιάσει ο πόνος και μετά να πάρω οποιαδήποτε απόφαση».
Ο διπλός θρήνος της οικογένειας του Μάριου…
Λίγα μόλις δευτερόλεπτα ήταν αρκετά να αλλάξουν τα πάντα στη ζωή της οικογένειας του αδικοχαμένου Μάριου. Μιας πολυμελούς οικογένειας (σ.σ.: είχε άλλα πέντε αδέλφια) «με οικονομικά προβλήματα αλλά με μεγάλη καρδιά», όπως λένε κάτοικοι της Αγιάσου. Μιας οικογένειας που το τελευταίο διάστημα είχε αγκαλιάσει τη 16χρονη Δήμητρα φιλοξενώντας τη στο σπίτι της, αντιμετωπίζοντάς τη σαν δικό της παιδί. «Η μητέρα του Μάριου, η Χιονία, δεν μπορεί ακόμη να συνειδητοποιήσει το κακό που τη βρήκε», λέει κάτοικος της περιοχής και συνεχίζει: «Την κοπέλα τη φιλοξενούσε στο σπίτι της προκειμένου να περνά χρόνο με τον γιο της τον Μάριο και την αγαπούσε σαν δικό της παιδί. Ηταν η κακιά ώρα. Η κακιά μοίρα. Η κακιά στιγμή, Ποιος μπορεί να αντέξει τέτοιον πόνο; Ποιος μπορεί να διανοηθεί ότι το ένα του παιδί θα είναι υπεύθυνο για τον χαμό του άλλου; Η οικογένεια έχει περάσει αρκετές δυσκολίες, καμία όμως δεν συγκρίνεται με αυτήν. Ο Μάριος ήταν το καμάρι της γειτονιάς. Κανείς άλλος δεν είχε την καλοσύνη και την καρδιά αυτού του παιδιού», λένε.
Ο Μάριος πέρασε δύσκολα χρόνια. Ενδεχομένως όχι όπως εκείνα της Δήμητρας, χτισμένα, όμως, πάνω σε έναν διαρκή αγώνα επιβίωσης. Γι’ αυτό και πήγαινε σε εσπερινό σχολείο, γι’ αυτό η αγάπη της κοπέλας του ισοδυναμούσε για εκείνον με ύψιστο αγαθό. Τα πρωινά του τα περνούσε δουλεύοντας στα χωράφια των δικών του, και μόλις το τελευταίο διάστημα είχε συνειδητοποιήσει ότι η μελέτη είναι το μοναδικό όχημα διαφυγής προς μια καλύτερη ζωή. Η μεγάλη αδυναμία της ζωής του ήταν ο δίδυμος αδελφός του, ο Θωμάς, ενώ από τη δυναμική παρουσία του πρωτότοκου Στάθη αντλούσε το θάρρος που κάποιες στιγμές ένιωθε να τον εγκαταλείπει.
Ο τραγικός Στάθης πάλι, που λάτρευε τα δύο μικρότερα αδέλφια του, έβρισκε την απόλυτη ελευθερία στην ταχύτητα μιας μηχανής ή ενός αυτοκινήτου. Λάτρης των μηχανών, όπως μαρτυρά η προσωπική του σελίδα στο Facebook, αγαπούσε να περνά ώρες ολόκληρες στους δρόμους της Μυτιλήνης και να επιδίδεται ενίοτε σε επικίνδυνες στάσεις καλπάζοντας πάνω σε έναν τροχό, χωρίς ποτέ να αναλογιστεί ακριβώς τη σημασία εκείνου του προφητικού motto που φιγουράρει στον τοίχο του: «Τα λάθη, τα πάθη και τα γούστα πληρώνονται!». Στην προκειμένη περίπτωση, το τίμημα ήταν πολύ μεγάλο και συνάμα πολύ μικρό για να θορυβήσει ένα μεγάλο κομμάτι της νεολαίας που χάνει τη ζωή της «πάνω στο κέφι». Στη συγκεκριμένη ιστορία, ένα νέο παιδί θα κάνει χρόνια να ξεπεράσει τις όποιες ενοχές του και άλλα δύο δεν θα επιστρέψουν ποτέ στο σπίτι τους. Σ’ αυτόν τον επίλογο, το μόνο που απέμεινε είναι εκείνο το θλιβερό μήνυμα στον «τοίχο» της 16χρονης Δήμητρας: «Ονειρέψου σαν παιδί, ζήσε σαν τρελός, αγάπα σαν άνθρωπος. Μικρός είναι ο κόσμος κι εμείς περαστικοί»…