Στέκουν μοναχικοί, μακριά από όλους, στην άκρη της στεριάς, εκεί που ενώνεται με τη θάλασσα. Τη νύχτα «μιλούν» με τους ναυτικούς μια ολόδική τους γλώσσα, στην οποία το φως και το σκοτάδι εναλλάσσονται, καθοδηγούν και προστατεύουν.
Η πρώτη αναφορά στους φάρους, τους ακίνητους συντρόφους και παρατηρητές θαλασσοπόρων και ταξιδιωτών, απαντάται ήδη από τον Όμηρο, που στην Ιλιάδα γράφει:
«… ως δ’ ότ’ αν ποντοίο ναύτοισι φανείη
καιομένου πυρός τόδε καίεται υψόθ’ ορέφσιν»
Οι φάροι, δίνοντας διαχρονικά το στίγμα της αδιάλειπτης σχέσης της Ελλάδας με τη θάλασσα και τη θέση της στην παγκόσμια ναυτική ιστορία, έχουν συχνά αναφερθεί σε λογοτεχνικά κείμενα αλλά και ποιήματα.
«Σ’ ένα μαγαζί του Nossi Be, πήρες το μαχαίρι δυο σελίνια, μέρα μεσημέρι απά στη λίνια, ξάστραψες σαν φάρου αναλαμπή», έγραφε ο Νίκος Καββαδίας στον «Σταυρό του Νότου». Ποιητής που λάτρευε τη θάλασσα και τα ταξίδια, περιγράφει στο «Γράμμα στον ποιητή Καίσαρα Εμμανουήλ» το κλάμα των φάρων γράφοντας: «Ὅταν πυκνὴ ἡ ὁμίχλη θὰ μᾶς σκέπαζε, τοὺς φάρους θὲ ν᾿ ἀκούγαμε νὰ κλαῖνε, καὶ τὰ καράβια ἀθέατα θὰ τ᾿ ἀκούγαμε, περνώντας νὰ σφυρίζουν καὶ νὰ πλένε».
Ακόμα μία αναφορά στην «Εσμεράλδα»: «Ολονυχτίς τον πότισες με το κρασί του Μίδα, κι ο φάρος τον ελίκνιζε με τρεις αναλαμπές, δίπλα ο λοστρόμος με μακριά πειρατική πλεξίδα, κι αλάργα μας το σκοτεινό λιμάνι του Gabes».
Στους μακρινούς φάρους και τα φώτα ενός απίθανου ορίζοντα αναφέρεται και ο Μανώλης Αναγνωστάκης στα «Πέντε μικρά θέματα»:
«Ὅπως ἀγάπησα τὰ ναυαγισμένα καράβια μὲ τὰ τραγικὰ ὀνόματα
Τοὺς μακρινοὺς φάρους, τὰ φῶτα ἑνὸς ἀπίθανου ὁρίζοντα».
Σήμερα το Eλληνικό Φαρικό δίκτυο μετρά περίπου 120 παραδοσιακούς φάρους με ορισμένους να έχουν χαρακτηριστεί Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Αλεξανδρούπολη