Άρθρο της Όλγας Γεροβασίλη, βουλευτή Άρτας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία και Δ’ Αντιπροέδρου της ΒτΕ, στο dnews.gr.
Προειδοποιούσαμε από το 2019, όταν ξεκινούσε να στήνεται το επιτελικό κράτος του κ. Μητσοτάκη. Όταν έπαιρνε υπό τη σκέπη του την ΕΡΤ, την ΕΥΠ, το Πρακτορείο Ειδήσεων, τα δημόσια έργα ή ό, τι άλλο φαινόταν πως χρειαζόταν “ειδική” μέριμνα και μεταχείριση. Όταν προχώρησε, με αφορμή την πανδημία, στην πιο ωμή προσπάθεια χειραγώγησης της ενημέρωσης. Όταν καταδίωκε δικαστικούς λειτουργούς, μέλη ανεξάρτητων αρχών, δημοσίους υπαλλήλους και δημοσιογράφους που έκαναν το καθήκον τους υπερασπιζόμενοι το δημόσιο συμφέρον. Όταν έφθασε να διαβάζει με “δημιουργική διάθεση” το Σύνταγμα.
Μιλήσαμε έγκαιρα, πρώτοι και τις περισσότερες φορές μόνοι μας υποστηρίξαμε την ανάγκη δημιουργίας ενός κοινού μετώπου των προοδευτικών δυνάμεων απέναντι στο θράσος της νέας δεξιάς. Συνεπείς στη στάση μας, συνυπογράψαμε την πρόταση δυσπιστίας.
Δεν περιμέναμε από αυτή τη διαδικασία να αγχωθούν αυτοί που λίγη ώρα μετά την τραγωδία των Τεμπών πήγαν και πήραν συνομιλίες για να τις μοντάρουν, έτσι ώστε να εξυπηρετήσουν ένα συγκεκριμένο επικοινωνιακό αφήγημα. Γνωρίζουμε καλά πως δεν θα παρεξηγηθεί ο πρώην αρμόδιος υπουργός που φώναζε από του βήματος της Βουλής πως οι σιδηροδρομικές μεταφορές είναι ασφαλείς.
Πως δεν υπάρχει περίπτωση να συγκινηθεί ο πρωθυπουργός που ήταν με το ψαλίδι στο χέρι για να εγκαινιάσει το ανύπαρκτο σύστημα τηλεδιοίκησης του σιδηροδρόμου την επόμενη κιόλας ημέρα. Σε μία χώρα με ένα λειτουργικό κράτος δικαίου τα πράγματα θα ήταν αυτονόητα. Εκεί, τα λεγόμενα “θεσμικά αντίβαρα” θα λειτουργούσαν άμεσα. Οι αρμόδιες ανεξάρτητες αρχές και η δικαιοσύνη θα αποκάλυπταν τις όποιες ευθύνες των εμπλεκομένων. Ο δημοσιογραφικός έλεγχος θα αποκάλυπτε το μπάζωμα του σημείου της σύγκρουσης και θα απέτρεπε το επικοινωνιακό μπάζωμα του εγκλήματος των Τεμπών.
Στην Ελλάδα του κ. Μητσοτάκη, της Majoritas, της Palantir, του Predator, φθάσαμε να πιάνονται κάποιοι να στήνουν κανονική μονταζιέρα για να χειραγωγήσουν ακόμη μια φορά την κοινή γνώμη και εκείνοι να μιλούν για “εκβιασμούς από οικονομικά συμφέροντα”. Να αποκαλύπτεται πως μετατρέπουν τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών σε κομματικό κεφάλαιο και αυτοί να τολμούν να απειλούν όποιον διεκδικεί την τιμωρία των υπεύθυνων του σκανδάλου. Να βρίσκονται με τους κοριούς στα αυτιά να παρακολουθούν πολιτικούς αντιπάλους, υπουργούς τους, τη στρατιωτική ηγεσία, επιχειρηματίες, δημοσιογράφους και ποιος ξέρει ποιους άλλους, και εκείνοι, αντί να κρύβονται, να αφήνουν υπαινιγμούς για τα ίδια τα θύματά τους. Και όταν ακόμη η οσμή της σήψης από το σώμα του κράτους δικαίου ξεπερνά τα όρια της χώρας και φθάνει στις Βρυξέλλες, να κατηγορούν ακόμη και την Ευρωπαία εισαγγελέα και τους ευρωβουλευτές που φώναξαν “ως εδώ”.
Η πρόταση δυσπιστίας είναι μια διαδικασία με ιδιαίτερα υψηλό συμβολισμό. Η συγκεκριμένη αποτέλεσε και μία δήλωση: τα ακριβοπληρωμένα σε χρήμα ψέματα αυτής της κυβέρνησης και η δίχως τέλος χειραγώγηση των πολιτών τελείωσαν. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητά της θα κριθεί βάσει της συνέπειας και της συνέχειας στη δράση όλων μας.
Όλων των προοδευτικών κομμάτων που τη στηρίξαμε, των λειτουργών που εννοούν να υπηρετούν το Σύνταγμα και τους νόμους, των πολιτών που κατανοούν πως δεν υπάρχει κοινωνική και οικονομική ευημερία χωρίς την λειτουργία του σύγχρονου δημοκρατικού κράτους δικαίου.