Άρθρο της Όλγας Γεροβασίλη, Δ’ Αντιπροέδρου της Βουλής των Ελλήνων και βουλευτή Άρτας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, στην εφημερίδα “Το Παρόν”.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ακρίβεια είναι το νούμερο ένα πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Τους τελευταίους μήνες, όμως, γίνεται όλο και πιο εμφανής μια βασική διαφοροποίηση των πολιτών ως προς την αιτία του προβλήματος. Το βλέπουμε καθημερινά στην επαφή μας με τον κόσμο, το αποτυπώνουν οι έρευνες κοινής γνώμης: Στην Ελλάδα υπάρχει πρόβλημα αισχροκέρδειας και όχι εισαγόμενης ακρίβειας. Μέχρι και η ετήσια έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, που δεν θα έλεγε κανείς ότι διάκειται εχθρικά προς την κυβέρνηση, αναφέρει ότι ο πληθωρισμός οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα αυξημένα επιχειρηματικά κέρδη. Αλλά και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης έχει αναφερθεί στον πληθωρισμό της απληστίας, με λεονταρισμούς μάλιστα που εκ του αποτελέσματος αποδεικνύονται ανέξοδοι.
Κάποιοι λίγοι σωρεύουν υπερκέρδη εκατομμυρίων και δισεκατομμυρίων ευρώ με εργαλείο την ακρίβεια, ενώ η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία αδυνατεί να τα βγάλει πέρα. Ειδικά για τα φτωχότερα στρώματα, η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο δύσκολη, καθώς καλούνται να δαπανήσουν όλο και μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους για τις βασικές καθημερινές ανάγκες, όπως η τροφή, η στέγη, η ενέργεια και τα καύσιμα. Με άλλα λόγια, η ακρίβεια εξελίσσεται σε μηχανισμό αναπαραγωγής και διεύρυνσης των ανισοτήτων.
Η Νέα Δημοκρατία αποδεικνύεται συνεπής σε αυτή την πολιτική: να αφήνει ανεξέλεγκτη την κερδοφορία λίγων και ισχυρών και να υπόσχεται οφέλη για τους πολλούς κάποια στιγμή στο μέλλον. Η ιστορία βέβαια έχει αποδείξει ότι αυτή η στιγμή δεν έρχεται ποτέ και το μόνο που μένει είναι κάποια pass που και αυτά κάποτε τελειώνουν.
Οι επιπτώσεις αυτής της πολιτικής αφορούν, όμως, συνολικά την προοπτική της ελληνικής οικονομίας. Η μείωση των πραγματικών εισοδημάτων σε συνδυασμό με ένα ανίσχυρο κοινωνικό κράτος ωθεί εξειδικευμένο – και όχι μόνο – προσωπικό στο εξωτερικό ή αποθαρρύνει όσους έφυγαν τα χρόνια της κρίσης να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Οι συνέπειες στη δημογραφική γήρανση του πληθυσμού είναι προφανείς. Όχι μόνο μειώνεται το εργατικό δυναμικό της χώρας, αλλά αυξάνεται και η δημοσιονομική επιβάρυνση του κράτους.
Εκτός από το ανθρώπινο δυναμικό, πρόσφατα είδαμε να φεύγουν από τη χώρα και ολόκληρα εργοστάσια πολυεθνικών, με βασική αιτία το υψηλό ενεργειακό κόστος. Ήδη γίνεται λόγος για τον φόβο ενός νέου κύκλου αποβιομηχάνισης σε ένα ούτως ή άλλως αδύναμο παραγωγικό μοντέλο που στηρίζεται εν πολλοίς στον τουρισμό και στο real estate.
Ο κ. Μητσοτάκης ενόψει μιας ακόμη εκλογικής αναμέτρησης, αυτής των Ευρωεκλογών, επικαλείται ξανά τον “μπαμπούλα” της αποσταθεροποίησης της χώρας. Αλήθεια, ποια σταθερότητα βιώνει σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών; Ποια σταθερότητα μπορεί να εγγυηθεί για την ελληνική οικονομία, όταν τα σύννεφα πυκνώνουν και πάλι εξαιτίας και των πολιτικών του επιλογών;
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία είναι εδώ για να προτάξει ένα εντελώς διαφορετικό μοντέλο. Με περιορισμό του περιθωρίου κέρδους, αντιμετώπιση της αισχροκέρδειας και μείωση (και σε βασικά αγαθά μηδενισμό) των άδικων έμμεσων φόρων με στόχο την αντιμετώπιση της ακρίβειας. Με ένα νέο παραγωγικό υπόδειγμα, με δίκαιο και σταθερό φορολογικό σύστημα, με αύξηση των εισοδημάτων, εργασιακά δικαιώματα και ισχυρό κοινωνικό κράτος.
Με σχέδιο που θα μετατρέψει την όλο και διογκούμενη δυσαρέσκεια των πολιτών ξανά σε κυβερνητική προοπτική για την Αριστερά. Πρώτος σταθμός η μάχη των Ευρωεκλογών του Ιουνίου και θα τη δώσουμε με όλες τις δυνάμεις μας.