Το πιο ουσιαστικό βήμα για την αναστήλωση της γέφυρας στην Πλάκα, έγινε, δεκαπέντε μήνες μετά την κατάρρευση του ιστορικού γεφυριού της Ηπείρου.
Χάρη στην συνεργασία της Περιφέρειας Ηπείρου, των τοπικών αρχαιολογικών υπηρεσιών, του ΤΕΕ και του Πολυτεχνείου που έχει σηκώσει το βάρος της μελέτης, όλοι μπορούν να είναι πλέον αισιόδοξοι ότι το γεφύρι θα ξαναπάρει τη θέση του στην περιοχή των Τζουμέρκων και στην Ήπειρο!
Το Κεντρικό Συμβούλιο Νεοτέρων Μνημείων, μετά από μία πολύωρη συνεδρίαση, γνωμοδότησε θετικά για την μελέτη αναστήλωσης, ζητώντας να συμπληρωθεί ένα τμήμα που αφορά στην πασάλωση που θα γίνει στον ποταμό.
Παράλληλα από την κοίτη του ποταμού θα ξεκινήσει η ανέλκυση όλων των τμημάτων της κατεστραμμένης γέφυρας, τα οποία εργοταξιακά πια θα αποφασιστεί αν θα επαναχρησιμοποιηθούν και σε ποιο βαθμό.
Το έργο χαρακτηρίζεται ως ειδικό και επείγον, γεγονός που επιτρέπει να «τρέξουν» οι διαδικασίες με γρήγορους ρυθμούς.
«Είχαμε άριστη συνεργασία και είμαι ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα.. Είμαι και αισιόδοξος.. Στόχος όλων είναι να γίνουν οι εργασίες αυτές μέσα στο καλοκαίρι ώστε μετά να μιλούμε με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την αναστήλωση», δήλωσε στο Epiruspost.gr μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης του Συμβουλίου ο Περιφερειάρχης Ηπείρου Αλέκος Καχριμάνης.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, αν μέσα στο καλοκαίρι έχει ολοκληρωθεί η ανέλκυση των πέτρινων τμημάτων του γεφυριού και όλες οι πρόδρομες εργασίες, τότε σε μία διετία η γέφυρα μπορεί να είναι και πάλι στη θέση της.
Η ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΟΥ ΚΣΝΜ
Το λιθόκτιστο μονότοξο γεφύρι της Πλάκας, έργο του 1866 και κηρυγμένο μνημείο και έργο τέχνης, κατέρρευσε την 1η Φεβρουαρίου 2015, έπειτα από τις ισχυρές βροχοπτώσεις που έπληξαν τα Τζουμέρκα. Ωστόσο, όπως διαπίστωσε η ομάδα μελετητών το Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, που προσέφερε αφιλοκερδώς τις προκαταρκτικές μελέτες για το έργο, οι πλημμύρες που δημιουργήθηκαν από τις βροχοπτώσεις δεν ήταν από μόνες τους ικανές να προκαλέσουν βλάβες στο μνημείο.
Όπως εξήγησε η καθηγήτρια του ΕΜΠ και μέλος του ΚΣΝΜ, Ελισσάβετ Βιντζηλαίου, κύριο αίτιο της κατάρρευσης ήταν η διάβρωση που εντοπίστηκε ότι υπήρχε στο ανατολικό βάθρο της γέφυρας, με αποτέλεσμα τα φορτία να μην καταλήγουν ομοιόμορφα σε όλα τα θεμέλια.
Εξάλλου, το 2008 είχαν γίνει κάποιες εργασίες συντήρησης στο μνημείο, οι οποίες δεν ολοκληρώθηκαν, ενώ το 2013 είχε γίνει σύσκεψη αρμόδιων φορέων για την περαιτέρω αναστήλωση του μνημείου, που ωστόσο δεν προχώρησε. Ρωγμές στο μνημείο είχαν εντοπιστεί και το 2014.
Σύμφωνα με την εισήγηση της αρμόδιας Διεύθυνσης Προστασίας και Αναστήλωσης Νεώτερων και Σύγχρονων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού, που έγινε ομόφωνα δεκτή από τα μέλη του Συμβουλίου, η αποκατάσταση του μνημείου θα πρέπει να βασιστεί σε θεμελιώδεις αρχές, όπως ότι οι μελέτες θα αποδίδουν την αρχική χάραξη και ότι τα σημεία που θα συμπληρωθούν θα διακρίνονται από τα αυθεντικά. Το έργο της συμπλήρωσης των κατεστραμμένων τμημάτων είναι επείγον, τόνισε η προϊσταμένη της Διεύθυνσης, προκειμένου να αποφευχθεί η πιθανότητα κατάρρευσης των σωζόμενων τμημάτων.
Επίσης επισημάνθηκε ότι θα υπάρξει ο εντοπισμός, η καταγραφή και η συλλογή των σωζόμενων τμημάτων της γέφυρας. Πάντως, ένα ερώτημα που δεν έχει απαντηθεί μέχρι στιγμής είναι το κατά πόσο θα επαναχρησιμοποιηθούν τα πεσμένα κομμάτια της γέφυρας. Όπως εξήγησε η γενική διευθύντρια του υπουργείου Πολιτισμού, Ευγενία Γατοπούλου, η χρήση του αυθεντικού υλικού θα διερευνηθεί αφού συλλεγεί το υλικό και διαπιστωθεί η ποιότητά του και η κατάσταση διατήρησής του. Ο εκπρόσωπος του ΥΠΕΚΑ στο Συμβούλιο, Γεώργιος Γκανασούλης, εξέφρασε τον προβληματισμό ότι μπορεί οι όποιες βλάβες στο αυθεντικό υλικό που βρίσκεται για καιρό στο νερό να έχουν επιδεινωθεί. Σημειώνεται ότι πέρυσι ανασύρθηκαν κάποιοι μεγάλοι όγκοι τμημάτων του γεφυριού, ωστόσο, όπως εξήγησε ο προϊστάμενος της Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Ηπείρου, βορείου Ιονίου και Δυτικής Μακεδονίας, Βασίλης Κασκάνης, υπάρχει άλλο ένα μεγάλο κομμάτι της γέφυρας που εντοπίστηκε αλλά δεν μπόρεσε να ανασυρθεί λόγω μεγέθους.
Παράσταση στη συνεδρίαση πραγματοποίησε ο περιφερειάρχης Ηπείρου, Αλέξανδρος Καχριμάνης, ο οποίος ζήτησε σε έντονους τόνους να μεριμνήσουν οι εμπλεκόμενοι φορείς ώστε να προχωρήσουν άμεσα οι εργασίες αποκατάστασης, καθώς «πέφτουν τα υλικά και από το τμήμα που έχει απομείνει». Ο ίδιος διαμήνυσε ότι εφόσον οι κατεπείγουσες εργασίες για το έργο δεν προχωρήσουν, η περιφέρεια θα αποχωρήσει από την προγραμματική σύμβαση. «Ήρθε η ώρα να δώσουμε ένα μήνυμα στον κόσμο ότι αυτό το έργο θα το κάνουμε», συμπλήρωσε.
Η γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού, Μαρία Βλαζάκη τον διαβεβαίωσε ότι θα προχωρήσουν άμεσα η ανάσυρση θραυσμάτων και οι στερεώσεις, ενώ και η θεμελίωση των βάθρων θα γίνει, σύμφωνα με μελέτη που θα κατατεθεί. Από την πλευρά του και ο περιφερειάρχης δεσμεύτηκε ότι η Περιφέρεια Ηπείρου θα κάνει τις απαιτούμενες ενέργειες που απαιτούνται για να προχωρήσει άμεσα το έργο.
«Ένα τόσο δύσκολο έργο πρέπει να έχει όλη τη σωστή προετοιμασία και υποστήλωση για να υλοποιηθεί», υπενθύμισε η κ. Γατοπούλου.
Όπως έχει ανακοινωθεί από το υπουργείο Πολιτισμού, η υλοποίηση της κατασκευής θα γίνει από το υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων σε συνδυασμό με την ένταξη του έργου στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία».