Σαν τον Τσε κανένας. Κανένας, ούτε καν οι μεγαλύτερες προσωπικότητες δεν άγγιξαν ποτέ σε δημοφιλία, σε αναγνωρισιμότητα, και δεν συνέδεσε την λαϊκή κουλτούρα με κάθε επαναστατικό σύμβολο όσο ο Τσε Γκεβάρα. 49 χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την εκτέλεση του Τσε Γκεβάρα, στις 8 Οκτωβρίου 1967, στη Βολιβία. Ο μισός σχεδόν αιώνας που έχει μεσολαβήσει έχει αφήσει αναλλοίωτη τη φήμη και τη μνήμη του.
Ο Τσε δεν είναι διάσημος μόνο γιατί πολέμησε για ιδανικά και τις ιδέες του μέχρι την τελευταία του στιγμή. Ήταν μια προσωπικότητα με λάμψη σταρ και κύρος πολιτικού. Η ζωή του ήταν γεμάτη προκλήσεις, ο ίδιος ο θάνατός του ήταν μια πρόκληση. Από τις πιο δημοφιλείς φωτογραφίες, αυτή στο νεκροτομείο. Σήμερα δεν υπάρχει άνθρωπος που δεν έχει δει τον Τσε νεκρό. Κανένας δε θυμάται τον εκτελεστή του και την εξουσία που τον εξόντωσε. Αποτέλεσε σύμβολο των εξεγερμένων σε όλη την υφήλιο, ενώ η φωτογραφία που τραβήχτηκε το 1960 από τον Alberto Korda με τον χαρακτηριστικό μπερέ εμφανίστηκε σε αμέτρητες αφίσες και T-shirts και συνεχίζει μέχρι και σήμερα.
Έλεγε: Τι σημασία έχει αν μας βρει ο θάνατος; Σημασία έχει ότι η κραυγή μας θα ακουστεί και ένα άλλο χέρι θα βρεθεί για να πάρει το όπλο μας, και άλλοι άνθρωποι θα ξεσηκωθούν για να πιάσουν το τραγούδι, για να ακουστεί η καινούργια κραυγή του πολέμου και της νίκης.
Ο Ernesto Rafael Guevara de la Serna γεννήθηκε σε μια εύπορη οικογένεια στην Αργεντινή το 1928. Παράλληλα με τις σπουδές ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες, ταξίδεψε στη Νότια Αμερική με τη μοτοσικλέτα του. Έγινε μάρτυρας της φτώχειας και της καταπίεσης των κατώτερων τάξεων. Πήρε το πτυχίο της ιατρικής το 1953 και συνέχισε τα ταξίδια του στη Λατινική Αμερική. Τότε ξεκίνησε να ασχολείται με αριστερές οργανώσεις.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, ο Γκεβάρα συναντήθηκε με τον Φιντέλ Κάστρο και την ομάδα των εξόριστων επαναστατών στο Μεξικό. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάληψη της εξουσίας του Κάστρο από τον Κουβανό δικτάτορα Φουλχένσιο Μπατίστα το 1959 και αργότερα υπηρέτησε ως το δεξί χέρι του Κάστρο και υπουργός βιομηχανίας. Αντιτάχθηκε σθεναρά στην κυριαρχία των ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική και τάχθηκε υπέρ των αγροτών που επαναστατούσαν για την καταπολέμηση της κοινωνικής αδικίας. Ο Κάστρο τον περιέγραψε αργότερα ως “καλλιτέχνη του επαναστατικού πολέμου.”
Ο Τσε Γκεβάρα παραιτήθηκε-μερικοί λένε ότι απολύθηκε- από τη θέση του στην κουβανική κυβέρνηση τον Απρίλιο του 1965, πιθανότατα λόγω των διαφορών που είχε με τον Κάστρο για την οικονομική και εξωτερική πολιτική της χώρας. Στη συνέχεια εξαφανίστηκε από την Κούβα, ταξίδεψε στην Αφρική και τελικά επανήλθε στη Βολιβία, όπου και σκοτώθηκε. Μετά το θάνατό του, ο Γκεβάρα έγινε σύμβολο αντι-ιμπεριαλισμού και επανάστασης. Ωστόσο, δεν τον θεωρούν όλοι ήρωα: Κατηγορείται, μεταξύ άλλων, ότι ευθύνεται για τους θανάτους εκατοντάδων ανθρώπων σε φυλακές της Κούβας κατά τη διάρκεια της επανάστασης.
Βολιβιανοί στρατιώτες, με την υποστήριξη της CIA, εντόπισαν μετά από πληροφορίες χωρικών, τον Τσε Γκεβάρα στις 8 Οκτωβρίου στην τοποθεσία Κεμπράδα Ντελ Ιούρο. Δόθηκε σκληρή μάχη. Οι περισσότεροι από τους 17 συντρόφους του Τσε σκοτώθηκαν, μεταξύ των νεκρών ήταν και οι σωματοφύλακές του, Αντόνιο και Πάντσο. Oι υπόλοιποι, κατάφεραν να διαφύγουν. Ο Τσε τραυματίστηκε από πυρά στο πόδι και συνελήφθη. Όπως θα υποστηρίξουν κάποιοι στρατιώτες, τους είπε: «Μη με πυροβολείτε. Είμαι ο Τσε Γκεβάρα και αξίζω περισσότερο ζωντανός παρά νεκρός», άλλοι θα πουν ότι ο Τσε φώναξε: «Μη με πυροβολείτε. Είμαι ο Τσε Γκεβάρα και απέτυχα».
Την επόμενη μέρα (9 Οκτωβρίου), ο Τσε μεταφέρθηκε στην αίθουσα ενός εγκαταλελειμμένου σχολείου στο χωριό Λα Χιγκέρα. Η διαταγή του δικτάτορα Μπαριέντος, ήταν σαφής.
Ο Τσε έπρεπε να πεθάνει. Ωστόσο όλα θα έπρεπε να συνηγορούν ότι σκοτώθηκε στη μάχη. Παρά το γεγονός ότι πολλοί ήταν αυτοί που θέλησαν να δώσουν τη χαριστική βολή στον μεγάλο επαναστάτη, ο άνθρωπος από τον οποίο θα έπεφτε νεκρός, ήταν ο λοχίας Μάριο Τεράν.
Όταν αντιλήφθηκε τι επρόκειτο να συμβεί, φώναξε:«Πυροβολήστε με δειλοί. Θα σκοτώσετε μόνο έναν άνθρωπο, όχι τις ιδέες μου». Συνολικά 9 σφαίρες “τρύπησαν” τον Τσε, στο θώρακα και το στήθος. Ήταν 5 το απόγευμα της 9ης Οκτωβρίου στο αεροδρόμιο έξω από τη μικρή πόλη της Βαγιεγκράντε στη νοτιοανατολική Βολιβία. Το σώμα του Τσε μεταφέρθηκε δεμένο στα πέδιλα προσγείωσης ενός ελικοπτέρου. Τον περίμενε ένα αυτοκίνητο μαζί με περισσότερους από τους 10.000 κατοίκους της πόλης Βαγιεγκράντε.
Οι Βολιβιανοί στρατιώτες προσπάθησαν να κρατήσουν μακριά το πλήθος, αλλά μόλις το ελικόπτερο προσγειώθηκε, έχασαν τον έλεγχο. Ακόμη και οι ίδιοι έτρεξαν να δουν τον νεκρό. Το σώμα του Τσε μεταφέρθηκε στο αυτοκίνητο και ο οδηγός κατευθύνθηκε γρήγορα στο νοσοκομείο της Βαγιεγκράντε, προκειμένου να επιδειχθεί η σορός στους εκπροσώπους του Τύπου. Ένας στρατιωτικός γιατρός τού ακρωτηρίασε τα δύο χέρια ως αποδεικτικό στοιχείο και στη συνέχεια το υπόλοιπο της σορού του τάφηκε σε άγνωστο σημείο.
Ο τάφος του αποκαλύφθηκε το 1997 κοντά στο αεροδρόμιο του Βαγιεγκράντε από μια ομάδα κουβανών ιατροδικαστών. Τα οστά του μεταφέρθηκαν στην Κούβα και τάφηκαν στο Μαυσωλείο της Σάντα Κλάρα. Στην τελετή παρευρέθηκε ο Πρόεδρος Φιντέλ Κάστρο και χιλιάδες Κουβανοί. Ο Φιντέλ Κάστρο είχε πει στον επικήδειό του: «Οι άνθρωποι έχουν μία σχετική αξία στην Ιστορία. Η ιδέα ότι δεν ηττάται η υπόθεση όταν πεθαίνουν οι άνθρωποι, και ότι η ακατάσχετη πορεία της Ιστορίας δεν σταματά ούτε θα σταματήσει με το χαμό των αρχηγών».