O Ντένις Καραγκόντιν είχε κάτι σημαντικό να πει μπαίνοντας στο τοπικό παράρτημα της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ρωσίας, του βασικού διαδόχου της σοβιετικής Κα-Γκε-Μπε, στη σιβηριανή πόλη Τομσκ.
«Έγινε ένας φόνος», είπε ο 33χρονος σχεδιαστής και πτυχιούχος φιλοσοφίας στον υπάλληλο του γραφείου υποδοχής. Ο αξιωματικός τον κοίταξε έκπληκτος: «Πώς είπατε;», τον ρώτησε με μια αδιόρατη δυσπιστία. Για να μην αναλωθεί σε ανέξοδες συζητήσεις, ο Ντένις έδωσε στον άντρα το αντίγραφο κάποιου πιστοποιητικού.
Το επίσημο έγγραφο με τη σοβιετική κρατική σφραγίδα του 1955 επιβεβαίωνε πως οι «κόκκινες» αρχές είχαν αποκαταστήσει το όνομα του προπάππου του, ενός κοζάκου αγρότη ονόματι Στεπάν Ιβάνοβιτς Καραγκόντιν, ο οποίος είχε εκτελεστεί ταχύτατα το 1938 ως κατάσκοπος των Ιαπώνων κατά την περίοδο του σταλινικού Μεγάλου Τρόμου (ή Μεγάλης Εκκαθάρισης), όταν περισσότεροι από ένα εκατομμύριο σοβιετικοί πολίτες «εκκαθαρίστηκαν» κατηγορούμενοι για αντισοβιετικά εγκλήματα.
Ο υπάλληλος της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας, αφού εξέτασε καλά καλά το ντοκουμέντο, περιορίστηκε να πει: «Μάλιστα. Στείλτε ένα επίσημο αίτημα». Αυτή θα ήταν η πρώτη πράξη της οδύσσειας του δισέγγονου Καραγκόντιν να ολοκληρώσει το δολοφονικό παζλ του προγόνου του που είχε στοιχειώσει την οικογένειά του για γενιές και γενιές. Πώς και γιατί εκτελέστηκε ο Στεπάν με συνοπτικές διαδικασίες, αλλά και ποιος τον έστειλε στον άλλο κόσμο; Υπήρχε ωστόσο και ένα ακόμα πιεστικό ερώτημα: πού βρίσκεται η σορός του;
«Θέλω να μάθω τα ονόματα όλων των ανθρώπων που συμμετείχαν στην εκτέλεση και θα τα βρω. Αργά ή γρήγορα, θα τα βρω», είπε για τελευταία φορά στον αξιωματικό της Υπηρεσίας Ασφαλείας ξεκινώντας την προσωπική σταυροφορία του. Ό,τι ακολουθούσε, θα ήταν ένα αναλυτικά εξιστορημένο χρονικό της μοίρας του κοζάκου μικροκαλλιεργητή και πατέρα εννιά παιδιών που θα ανέβαινε στο ίντερνετ, ένα εξαντλητικό blog δηλαδή με έγγραφα από τη ρωσική μυστική αστυνομία και διάφορες ακόμα αρχειακές σοβιετικές υπηρεσίες.
Για τον δισέγγονο, η αποστολή να ανιχνεύσει τις ακριβείς συνθήκες χαμού του προπάππου του ήταν βαθύτατα προσωπική, μιας και αυτό που ήθελε ήταν να απελευθερώσει τους εν ζωή συγγενείς του από την αμείλικτη οδύνη τού να μην ξέρουν. Στα χρόνια που ακολούθησαν εξάλλου τη δολοφονία του Στεπάν, τόσο η σύζυγος όσο και τα παιδιά του δεν είχαν καν ιδέα αν ήταν ζωντανός ή νεκρός.
Όσο για την αναζήτηση της τύχης του παππού, δεν ήταν καθόλου προνόμιο του Ντένις, καθώς κάθε γενιά πριν από αυτόν είχε επιχειρήσει να εξακριβώσει τι συνέβη εκείνο το μαύρο 1938. Ήταν ωστόσο ο δικός του αγώνας που θα γινόταν γνωστός στα πέρατα της Ρωσίας συγκεντρώνοντας την υποστήριξη αλλά και τα εγκωμιαστικά σχόλια από εξέχουσες φωνές της χώρας για τις ευρύτερες επιπτώσεις της μάχης του. Τη δημόσια αναγνώριση των μαζικών σταλινικών εγκλημάτων δηλαδή, που βύθισαν την «κόκκινη» Ρωσία στον όλεθρο και το αίμα.
Ο Andrei Zubov, καθηγητής φιλοσοφίας και μια από τις σοβαρότερες δημόσιες φωνές της Ρωσίας, χαιρέτισε την οδύσσεια του δισέγγονου αποκαλώντας τη «πολύ σπουδαία και αναγκαία» έρευνα: «Οι απόγονοι των δολοφονημένων πρέπει να ξέρουν τους δολοφόνους και οι απόγονοι των δολοφόνων να ξέρουν τους απογόνους των δολοφονημένων, αλλά και ότι οι πρόγονοί τους ήταν δολοφόνοι. Η σιωπή δεν θα συμβάλει στην εθνική συμφιλίωση. Μόνο η ολοκληρωμένη γνώση του παρελθόντος θα το κάνει»…
Ήταν μόνο θέμα χρόνου
«Έκτακτη είδηση! Τους βρήκαμε όλους! Όλους!», έγραψε κάποια στιγμή ο Ντένις στα μέσα Νοεμβρίου του 2016 στη σελίδα του στο Facebook αλλά και στο blog που αφιέρωσε στον προπάππου του. Στη δημοσίευση, ο Καραγκόντιν αποκάλυψε πως κατάφερε να αποσπάσει από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας ένα ντοκουμέντο για την εκτέλεση 36 ανθρώπων και μεταξύ αυτών ήταν και το όνομα του προπάππου Στεπάν.
Το σημαντικότερο βέβαια, σύμφωνα πάντα με τον δισέγγονο, ήταν ότι το έγγραφο περιείχε και τα ονόματα των δολοφόνων του, μερικών αξιωματικών της διαβόητης σταλινικής μυστικής αστυνομίας Εν-Κα-Βε-Ντε (Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσεων) δηλαδή.
Μαθαίνοντας για τις έρευνες του Καραγκόντιν, μια συγγενής κάποιου από τους μυστικούς αστυνομικούς αναγνώρισε τον παππού του. Έγραψε λοιπόν στον Ντένις αναζητώντας συγχώρεση για λογαριασμό του προγόνου της. Του είπε μάλιστα πως η δική της οικογένεια έγινε κατόπιν στόχος αντιποίνων.
Ο Καραγκόντιν ερευνούσε λοιπόν την υπόθεση του προπάππου του με την επιμονή και τη μεθοδικότητα ιδιωτικού ντετέκτιβ. Γι’ αυτό και έφτιαξε το blog, για να λειτουργήσει ως ψηφιακό ημερολόγιο και να μπορεί κάποιος να παρακολουθήσει την περιπέτειά του με τη ρωσική γραφειοκρατία και την απροθυμία των Αρχών να συνδράμουν το έργο του. Αλλά και να δει φωτογραφικό υλικό και βιογραφικά σημειώματα των διαβόητων σταλινικών εκτελεστών της Εν-Κα-Βε-Ντε που πήραν μέρος στο μαζικό έγκλημα!
Μέχρι στιγμής, έχει συγκεντρώσει υλικό για δυο δεκάδες υπόπτους και η αλυσίδα της ευθύνης καταλήγει στον ίδιο τον «Πατερούλη» αλλά και το αιμοδιψές αφεντικό της μυστικής αστυνομίας, Νικολάι Γιεζόφ. Ταυτοχρόνως, στην άλλη άκρη της φιγουράρουν αρκετοί τοπικοί αξιωματούχοι της Εν-Κα-Βε-Ντε, γνωστοί σε αλλοτινές εποχές για τα εγκλήματά τους.
«Οι μόνοι που δεν έχουν διακριβωθεί ακόμα είναι αυτοί που συμμετείχαν ευθέως στις εκτελέσεις» του Στεπάν Ιβάνοβιτς και μερικών ακόμα κατηγορουμένων ως συνωμοτών, λέει ο Καραγκόντιν, «αλλά η βασική γραμμή των ονομάτων έχει ήδη χαραχτεί», προσθέτει. «Ξέρω, για παράδειγμα, ότι ο ανακριτής θα ήταν σίγουρα μεταξύ των εμπλεκομένων, όπως συνηθιζόταν. Το να το εξακριβώσω αυτό είναι απλά θέμα χρόνου».
Η επιτυχία του δισέγγονου λογίστηκε μάλιστα θρίαμβος από ιστορικούς και ερευνητές, η κοινότητα των οποίων ισχυρίζεται ότι η πρόσβαση στα αρχεία της Κα-Γκε-Μπε έχει περιοριστεί καθοριστικά στα χρόνια του Πούτιν, που είναι εξάλλου πρώην μέλος της μυστικής υπηρεσίας. Πολύ πρόσφατα, στις αρχές Δεκεμβρίου, η κυβερνητική επιτροπή που παρέχει πρόσβαση στα αρχεία του κράτους απέρριψε αίτημα ομάδας μη κυβερνητικών οργανισμών για το άνοιγμα των κιταπιών των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών, παραθέτοντας ως δικαιολογία ότι κάτι τέτοιο «θα μπορούσε να βλάψει την ασφάλεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας».
Αλλά και ο ίδιος ο Καραγκόντιν που κατάφερε να πάρει στα χέρια του το διαβαθμισμένο έγγραφο της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας δηλώνει πως δεν κατάφερε να βρει στοιχεία για αυτούς που οργάνωσαν και εκτέλεσαν τις δολοφονίες απευθείας από την εν λόγω υπηρεσία: «Οι υπηρεσίες κρατικής ασφαλείας πράττουν ό,τι μπορούν για να το κάνουν αδύνατο».
Η Υπηρεσία Ασφαλείας της Ρωσίας ήταν άλλωστε αντίστοιχα απρόθυμη να αποκαλύψει πού βρίσκονται τα απομεινάρια του Στεπάν Ιβάνοβιτς. Απ’ ό,τι μπόρεσε να μάθει σε κατ’ ιδίαν συνομιλίες, ο Ντένις πιστεύει πως η σορός του προπάππου του πετάχτηκε σε ένα διαβόητο φαράγγι της περιοχής που λειτουργούσε ως μαζικός τάφος για τους δολοφονημένους του σταλινικού Μεγάλου Τρόμου. Τουλάχιστον 15.000 άνθρωποι θεωρείται πως έχουν ριχτεί στις ορεινές ερημιές του σιβηριανού Τομσκ.
Σε δεύτερο αίτημά του στην Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας που ζητούσε να μάθει για τον τάφο του Στεπάν, οι αξιωματούχοι τού απάντησαν πως τα σχετικά ντοκουμέντα «είναι σε πολύ κακή κατάσταση», μια αιτιολόγηση που ο ίδιος χαρακτηρίζει απλώς «φτηνές δικαιολογίες»: «Είμαι 100% σίγουρος ότι ξέρουν ακριβώς πού έγιναν οι εκτελέσεις. Όλη η πόλη το ξέρει», καταλήγει ο Καραγκόντιν…
«Συνέβη πράγματι αυτός ο αιώνας;»
Γεννημένος το 1881 στο Κυβερνείο Οριόλ της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (σημερινή Περιφέρεια Οριόλ), ο Στεπάν Ιβάνοβιτς Καραγκόντιν μετακόμισε με την οικογένειά του στα παγωμένα βάθη της ανατολής, έξω από την πόλη Μπλαγκοβεστσένκ, στις αρχές του 20ού αιώνα.
Εκεί καλλιεργούσε τα χωράφια του και αναμείχθηκε ενεργά με τα κοινά, υποστηρίζοντας τελικά την τοπική κυβέρνηση κατά των Μπολσεβίκων μετά την πτώση του τσάρου Νικολάου Β’. Η αντικαθεστωτική αυτή δράση του θα τον φέρει αργότερα πίσω από τα κάγκελα της φυλακής για τρεις μήνες, αν και το 1928 συνελήφθη και πάλι και καταδικάστηκε τώρα για «αντιεπαναστατικό σαμποτάζ».
Τον εξόρισαν στη Σιβηρία για τρία χρόνια και μετά το πέρας των διώξεών του, μετακόμισε με τη φαμίλια του στο Τομσκ, θέλοντας προφανώς να χαθούν τα ίχνη του. Δεν χάθηκαν όμως και τον Δεκέμβριο του 1937 θα έπεφτε και πάλι στα χέρια των σταλινικών, οι οποίοι τον κατηγορούσαν πια ως ηγέτη μιας αποσχιστικής ομάδας που δούλευε υπέρ των Ιαπώνων. Τώρα δεν θα έμπαινε βέβαια στη φυλακή, καθώς τον καθάρισαν επιτόπου. Αργότερα η τιμή του αποκαταστάθηκε και αθωώθηκε μεταθανάτια για όλες τις ανυπόστατες κατηγορίες που τον βάραιναν και του είχαν στερήσει τη ζωή.
Έχοντας διαγράψει έναν χρόνο ερευνών, ο δισέγγονος βρέθηκε στο χωριό έξω από το Μπλαγκοβεστσένκ κρατώντας τη φωτογραφία του Στεπάν και της οικίας του, μέσα στο 200 στρεμμάτων χωράφι του. Οι ντόπιοι του είπαν πως το οίκημα γκρεμίστηκε στη δεκαετία του 1960 ή του 1970.
«Βλέπω ακριβώς ό,τι και ο Στεπάν Ιβάνοβιτς λίγο περισσότερα από 100 χρόνια πριν, το 1901-1902», έγραψε για την εμπειρία του να σταθεί στο ίδιο σημείο που ήταν φωτογραφημένος ο προπάππος του. «Όπως κι αυτός, βλέπω ένα άγονο μέρος. Κι ακόμα περισσότερο, έχουμε λίγο πολύ την ίδια ηλικία. Και τότε σκέφτηκα: Συνέβη πράγματι αυτός ο αιώνας;»…
Η «συγγνώμη» που ήρθε και αυτή που δεν θα έρθει μάλλον ποτέ
Η ιστορία του Ντένις Καραγκόντιν πυροδότησε έναν εκτεταμένο δημόσιο διάλογο στη Ρωσία για τη σκοπιμότητα μιας τέτοιας αναζήτησης. «Τι καλό θα βγει ψάχνοντας τους δολοφόνους του παππού σου;». Και «τι θα κερδίσεις βγάζοντας στη φόρα τα ονόματα των εκτελεστών;», τον ρωτούσαν στο blog για τον Στεπάν αλλά και την προσωπική του σελίδα στο Facebook. Ο Στεπάν περιορίστηκε να απαντήσει με τη λίστα των δολοφόνων!
Όπως έμαθε, ο χωρικός Στεπάν συνελήφθη από τους αξιωματικούς της Εν-Κα-Βε-Ντε στο Τομσκ το 1937, στον κολοφώνα του Μεγάλου Τρόμου, και δικάστηκε στα γρήγορα από μια «ντβόικα», τα διαβόητα «ζευγάρια» της σταλινικής μυστικής αστυνομίας δηλαδή που αποτελούνταν από ένα υψηλόβαθμο στέλεχος του Λαϊκού Κομισαριάτου και έναν κρατικό ανακριτή με σκοπό να απονέμουν ταχύτατα δικαιοσύνη σε δίκες-παρωδία.
Το δολοφονικό δίδυμο τον καταδίκασε σε θάνατο ως κατάσκοπο των Ιαπώνων αλλά και συνωμότη κατά του «κόκκινου» καθεστώτος. Η ποινή εκτελέστηκε τον Ιανουάριο της επόμενης χρονιάς κι αυτό ήταν όλο. Ο Στεπάν αποκαταστάθηκε στη δεκαετία του 1950, κατά την περίοδο αποσταλινοποίησης της ΕΣΣΔ που επιχείρησε ο Χρουστσόφ.
Η ιστορία του Ντένις ξεκινά από το 2012 και κάποια στιγμή η επίμονη έρευνά του θα απέδιδε καρπούς. Πλέον κρατά στα χέρια του μια λίστα με καμιά εικοσαριά ονόματα δημίων της Μυστικής Αστυνομίας του Υπουργείου Εσωτερικών αλλά και προβεβλημένων μελών του σταλινικού καθεστώτος, που όλοι τους εμπλέκονται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στη Μεγάλη Εκκαθάριση.
Δίπλα από κάποια ονόματα έχει σημειώσει με κόκκινο στιλό τα αποτελέσματα της έρευνάς του: «Επιβεβαιωμένο! Δολοφόνος!». Με βάση τα ντοκουμέντα που έχει στα χέρια του και τις κουβέντες που έχει ανταλλάξει off the record με κρατικούς αξιωματούχους, έχει καταλήξει σε τρία ονόματα.
Είναι τρία μέλη του τοπικού παραρτήματος της Εν-Κα-Βε-Ντε που εξέδωσαν τη θανάσιμη διαταγή και, κατά τα συνήθη πρότυπα της εποχής, την εκτέλεσαν κιόλας. Αν ήταν πράγματι αυτοί που τράβηξαν τη σκανδάλη κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος, ο Ντένις είναι πάντως πεπεισμένος «στη βάση της συσσωρευμένης γνώσης και των συμφραζομένων». Η πρώτη υπογραφή είναι του Νικολάι Ζιριάνοφ, δεξιού χεριού του διευθυντή των γκουλάγκ του Τομσκ.
«Εκτείνω χείρα φιλίας»
Την ώρα που τα νέα για την οδύσσεια του Καραγκόντιν έφτασαν σε πολλές γωνιές της Ρωσίας, ένας από τους αποδέκτες της είδησης ήταν και η εγγονή του Ζιριάνοφ, Γιούλια, με την οποία επικοινώνησε μάλιστα κάποια στιγμή ο Ντένις ζητώντας τάχα δημοσιογραφικές πληροφορίες για το βιογραφικό του παππού της.
«Έμεινα ξάγρυπνη για πολλές μέρες, δεν μπορώ … Ντρέπομαι για τα πάντα. Νιώθω στο πετσί μου αυτόν τον πόνο. Λυπάμαι πικρά που δεν υπάρχει κάτι να κάνω σε όλο αυτό παρά να αποδεχτώ πως είμαι συγγενής του Ν.Ι. Ζιριάνοφ και να μνημονεύω τον προπάππου σου στις προσευχές μου», του έγραψε η Γιούλια μόλις διάβασε το όνομα του παππού της στη λίστα των εκτελεστών.
Πρόσθεσε βέβαια πως ο αξιωματικός της Εν-Κα-Βε-Ντε και πατέρας της μητέρας της σκοτώθηκε επίσης στην ίδια περίοδο της φρίκης, «κι έτσι υπάρχουν θύματα και θύτες μέσα στην ίδια οικογένεια». Στην απαντητική επιστολή του Ντένις, που την έστειλε στην «Εγγονή του εκτελεστή που δολοφόνησε τον Στεπάν Καραγκόντιν», της λέει κάπου: «Εκτείνω χείρα φιλίας, παρά το γεγονός ότι μου είναι τόσο δύσκολο να το κάνω».
Η σταυροφορία του δεν τελειώνει φυσικά εδώ. Αφού ξετρύπωσε τους δολοφόνους, παλεύει τώρα να καταδικαστούν μεταθανάτια για το έγκλημα κατά του προγόνου του. Η λίστα του περιέχει όπως είπαμε 20 ονόματα, από τον ίδιο τον Στάλιν μέχρι και έναν οδηγό της Εν-Κα-Βε-Ντε, τον οποίο θέλει «να διωχθεί ως συνεργός». Όσο για την κατηγορία που επιδιώκει ο Καραγκόντιν να βαρύνει τους υπόπτους, δεν είναι άλλη παρά «συνωμοσία για την εκτέλεση μαζικών δολοφονιών».
Η προσπάθειά του να αποδοθούν ποινικές ευθύνες στους δολοφόνους του προπάππου του ενέχει φυσικά σοβαρές πολιτικές επιπτώσεις, την ίδια στιγμή που βρίσκει τη ρωσική κοινή γνώμη (αυτή που διαμορφώνεται τουλάχιστον από τον Τύπο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης) διχασμένη.
Είναι σίγουρο ότι θα ξανακούσουμε για τον Ντένις Καραγκόντιν και τη λυσσαλέα μάχη του με το ρωσικό κατεστημένο να βρει και να αποδώσει δικαιοσύνη σε ένα έγκλημα που θέλησαν κάποιοι να παραμείνει κρυφό για περισσότερο καιρό απ’ όσο μπορεί να αντέξει η προσωπική και συλλογική μνήμη…