Ήταν Σεπτέμβριος του 2016 όταν το Διαδίκτυο πλημμύρισε από φωτογραφίες και βίντεο αυτοαναφλεγόμενων κινητών της Samsung.
Στις 11 Οκτωβρίου η εταιρεία παραδέχτηκε την αποτυχία της και προχώρησε στη «μόνιμη αναστολή» της παραγωγής του Galaxy Note 7, αφού είχε ήδη ανακαλέσει 2,5 εκατομμύρια συσκευές.
Το συγκεκριμένο μοντέλο μπήκε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και το συμβάν χαρακτηρίστηκε το μεγαλύτερο φιάσκο στην ιστορία των εταιρειών τεχνολογίας. Από τότε πέρασαν αρκετοί μήνες γεμάτοι έρευνες και αναλύσεις μέχρι να δοθούν στη δημοσιότητα τα επίσημα αποτελέσματα. Τελικά, σε συνέντευξη Τύπου από τη Σεούλ, ο νοτιοκορεάτικος κολοσσός αποκάλυψε τι ήταν αυτό που προκάλεσε τις εκρήξεις στα κινητά.
Ο «ένοχος» λοιπόν ήταν η μπαταρία. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, τα προβλήματα επικεντρώνονταν στο ανεπαρκές υλικό μόνωσης μέσα στις μπαταρίες και τον σχεδιασμό που δεν άφηνε χώρο για την ασφαλή τοποθέτηση των ηλεκτροδίων. Η Samsung ανέλαβε την ευθύνη για την αποτυχία να αναγνωρίσει και να τακτοποιήσει τα προβλήματα στις μπαταρίες και διαβεβαίωσε ότι έχει φροντίσει να μην επαναληφθούν περιστατικά αυτοανάφλεξης. Ωστόσο, παρόλο που ο πρόεδρός της Κοχ Ντονγκ-Γιν προσπαθούσε επί σχεδόν δύο ώρες να δικαιολογηθεί και να ξεκαθαρίσει τα πράγματα, το κοινό έμεινε τελικά ανικανοποίητο.
«Οφείλουμε να ζητήσουμε μια τεράστια συγγνώμη από όλους τους πελάτες και τους συνεργάτες μας. Σας ευχαριστούμε για την υπομονή και τη συνεχή υποστήριξή σας», είπε.
Πέρα από αυτό, όμως, στο μεγαλύτερο μέρος της συνέντευξης αναλώθηκε σε λεπτομέρειες για την τεχνολογία πίσω από τις μπαταρίες που χρησιμοποίησαν οι δύο προμηθευτές της, τους οποίους μάλιστα δεν ονομάτισε. Ο πρόεδρος της Samsung προσπάθησε να μην αναφερθεί στο γεγονός, δηλαδή στο ότι γέμισε την αγορά με επικίνδυνα τηλέφωνα, αλλά επικεντρώθηκε στο ότι χρειάστηκε να επιστρατεύσει 700 άτομα εξετάζοντας 200.000 συσκευές για να ανακαλέσει τελικά το 96% όσων είχαν φθάσει στα χέρια των καταναλωτών.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι τα συμπεράσματα της Samsung δείχνουν βαθύτερα προβλήματα διαχείρισης εντός της εταιρείας. «Ακούγεται τόσο περίεργο το γεγονός ότι δύο ξεχωριστοί προμηθευτές κατασκεύασαν δύο προβληματικές μπαταρίες», σχολιάζει στο Quartz o Τζέφρι Κέιν, που έγραψε βιβλίο για την ιστορία της Samsung. «Κάπου κρύβεται ένα μεγαλύτερο πρόβλημα που μπορεί να θέσει και μελλοντικά σε κίνδυνο το οικοδόμημα», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ουσιαστικά η Samsung προσπαθεί να πείσει τον κόσμο ότι για όλα έφταιγε η μπαταρία, επιρρίπτοντας ευθύνες στο μηχανικό κομμάτι και όχι σε θέματα κακής διαχείρισης και βιαστικών κινήσεων για να προλάβει την Apple, όπως σχολιάζουν άλλοι αναλυτές. Δεν είναι τυχαίο ότι όταν έβγαινε σε κυκλοφορία το Galaxy Note 7 η ανταγωνίστρια Apple ετοιμαζόταν να ρίξει στην αγορά το iPhone7. Η Samsung προχώρησε σε ανακλήσεις των τηλεφώνων όχι μία αλλά δύο φορές, διέγραψε δισεκατομμύρια δολάρια από εκτιμώμενα κέρδη και για ορισμένους στιγμάτισε βαθιά την εμπιστοσύνη στο εμπορικό σήμα της εταιρείας. Χαρακτηριστική του μεγέθους και της έκτασης του προβλήματος ήταν η απόφαση του υπουργείου Μεταφορών των ΗΠΑ -μετά τις εκκλήσεις των αεροπορικών εταιρειών- να απαγορεύσει τα συγκεκριμένα κινητά στις πτήσεις!
Πλήγμα άνω των 5 δισ.
Το τρίτο τρίμηνο του 2016 η κερδοφορία της Samsung υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων οκτώ ετών, αφού τα κέρδη της από τις πωλήσεις κινητών τηλεφώνων μειώθηκαν κατά 96% σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο. Η απόσυρση του Note 7 μεταφράστηκε σε απώλεια εσόδων άνω των 5 δισ. δολαρίων, ενώ οι πρώτες εκτιμήσεις κορυφαίων οίκων έκαναν λόγο για απώλειες που μπορούσαν να φτάσουν ακόμα και τα 17 δισ. δολάρια.
Η Samsung μπορεί να είναι ένας από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές smartphone στον κόσμο, όμως αυτός δεν είναι ο μόνος τομέας όπου δραστηριοποιείται. Είναι επίσης στην κορυφή των προτιμήσεων των καταναλωτών για τις τηλεοράσεις της και εκεί οι πωλήσεις ανθούν. Το πραγματικό δυνατό χαρτί της, όμως, είναι το τμήμα που κατασκευάζει τα τσιπ μνήμης για κινητά και σέρβερ. Οι τιμές σε αυτά τα προϊόντα έχουν εκτοξευτεί, καθώς η ζήτηση αυξάνεται συνεχώς και η Samsung είναι η μεγαλύτερη εταιρεία κατασκευής τσιπ, ξεπερνώντας δυνατούς αντιπάλους όπως η Toshiba.