Το θέμα δεν αφορά μόνο τον τόπο μας, αλλά συνολικά όλη την Ελλάδα. Η προχειρότητα με την οποία το αντιμετώπισε η κυβέρνηση έχει ως συνέπεια ένα αναπτυξιακό εργαλείο να μετατραπεί σε εφιάλτη για χιλιάδες συμπολίτες μας.
Που ακριβώς είναι το πρόβλημα; Η σύνταξη των δασικών χαρτών έχει δημιουργήσει αρκετά προβλήματα γιατί πολλά δάση έχουν μετατραπεί σε αγρούς, οι οποίοι αξιοποιούνται από τους αγρότες μας δεκαετίες τώρα. Οι αγροί αυτοί έχουν καλλιεργηθεί, έχουν δημιουργήσει εισόδημα για τους παραγωγούς, έχουν φορολογηθεί κατά τη μεταβίβασή τους.
Από την άλλη, πολλές αγροτικές εκτάσεις, που είχαν εγκαταλειφθεί από τους δικαιούχους και με την πάροδο του χρόνου δασώθηκαν, σήμερα εμφανίζονται ως δασικές. Επιπλέον, οι παραγωγοί έχουν εισπράξει επιδοτήσεις για τις καλλιέργειες τους στις παραπάνω εκτάσεις, τις οποίες το κράτος έρχεται να χαρακτηρίσει ως δασικές. Μέσα στην όλη προχειρότητα δεν έχει γίνει καμία μελέτη για τυχόν επιπτώσεις που θα έχει η κύρωση αυτών των δασικών χαρτών στις εθνικές αγροτικές επιδοτήσεις.
Για να λυθούν τα όποια προβλήματα που δημιουργούνται δίδεται από την πολιτεία ένα μικρό χρονικό όριο για την υποβολή αντιρρήσεων που σημαίνει αφενός οικονομική επιβάρυνση για όσους τις υποβάλλουν, αφετέρου γραφειοκρατική ταλαιπωρία για τους πολίτες (ενδέχεται να μην υπάρχουν τίτλοι ιδιοκτησίας πριν από το 1946). Παρά την αρχική μείωση του οικονομικού κόστους, αυτό συνεχίζει να παραμένει δυσβάσταχτο για τα χαμηλά αγροτικά εισοδήματα.
Η ελληνική πολιτεία θα πρέπει άμεσα να:
- Αποσύρει τους αναρτημένους χάρτες, ώστε να γίνουν οι απαραίτητες διορθώσεις.
- Να αυξήσει το όριο των 60 ημερών, ώστε οι πολίτες να μπορέσουν διατυπώσουν τις όποιες αντιρρήσεις τους.
- Να μειωθεί το κόστος για την υποβολή τους.
Το πιο σημαντικό όμως, είναι ότι πρέπει να υπάρξουν αδιάβλητες και αμερόληπτες διαδικασίες εκδίκασης των αντιρρήσεων. Είναι λυπηρό ένα αναπτυξιακό εργαλείο, να απειλεί την όποια αναπτυξιακή δυνατότητα είχε ο πρωτογενής τομέας στην ελληνική ύπαιθρο».