Η Ιόνια Οδός άλλαξε τον χάρτη στην Δυτική Ελλάδα και την Ήπειρο.. Η κατασκευή του μεγάλου οδικού άξονα όμως άλλαξε και τον αρχαιολογικό χάρτη της περιοχής. Οι εργασίες για την κατασκευή της, έφεραν στο φως κρυμμένα κι άγνωστα μυστικά, εμπλούτισαν την τοπογραφία και την ιστορία και αποκάλυψαν νέες θέσεις και ευρήματα.. Είναι εντυπωσιακό ότι η Ιόνια Οδό ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με αρχαίο οδικό άξονα.
Το πλούσιο ανασκαφικό έργο που πραγματοποίησαν οι Εφορείες Αρχαιοτήτων καθώς και οι εργασίες προστασίας, ανάδειξης και διαχείρισης των σημαντικών αρχαιοτήτων που ήρθαν στο φως, παρουσιάστηκαν κατά την διάρκεια συνεδρίου που οργάνωσε το Υπουργείο Πολιτισμού με θέμα αρχαιολογικές έρευνες και μεγάλα δημόσια έργα.
Οι αρχαιολογικές εργασίες στο τμήμα της Ίόνιας Οδού, που διέρχεται από την περιφερειακή ενότητα Ιωαννίνων, ξεκίνησαν τον Φεβρουάριο του 2014 και σταμάτησαν τον Δεκέμβριο του 2016 σε βραχώδες ύψωμα, στο ύψος των ΣΕΑ Επισκοπικού, πλησίον της σήραγγας στην Αμπελιά.
Στην κορυφή και στο ανατολικό πρανές του υψώματος, σύμφωνα με όσα ανέφερε ο Προιστάμενος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων Κωνσταντίνος Σουέρεφ, αποκαλύφθηκαν κυκλική εστία και τάφοι ρωμαϊκής εποχής.
Στη δυτική πλευρά του υψώματος εντοπίστηκε εκτεταμένο στρώμα καταστροφής και στη νοτιοδυτική κατάλοιπα αγροτικής εγκατάστασης υστερορωμαικών και βυζαντινών χρόνων.
Κατά τη διάρκεια κατασκευής της Ίόνιας οδού, στο τμήμα της που διέρχεται τα όρια του νομού Πρέβεζας, ήρθαν στο φως αρχαία κατάλοιπα σε θέσεις άγνωστες μέχρι σήμερα, σύμφωνα με την εισήγηση που έκανε η Προισταμένη της Εφορείας Πρέβεζας Ανθή Αγγέλη. Στο συνέδριο παρουσιάστηκαν οι αρχαιότητες που αποκαλύφθηκαν, οι οποίες καλύπτουν ένα ευρύ χρονολογικό φάσμα, από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού έως τους μεταβυζαντινούς χρόνους και εμπλουτίζουν τις γνώσεις για τους πολιτισμούς που αναπτύχθηκαν σε απομακρυσμένες περιοχές της Ηπείρου.
Στη περιοχή του κόμβου Γοργομύλου Πρεβέζης αποκαλύφθηκαν, σχεδόν επιφανειακά, οικοδομικά λείψανα μολοσσικής αγροικίας με δύο τουλάχιστον οικοδομικές φάσεις (3ος-μέσα 2ου αι. π.Χ., μέσα 2ου- 1ο αι. π.Χ.). Από την αγροικία προέρχονται πλήθος πήλινων και μεταλλικών ευρημάτων, που μαρτυρούν τις γεωργικές και κτηνοτροφικές ασχολίες των ενοίκων της, ενώ ο εντοπισμός κλιβάνου σε έναν από τους χώρους της, μαρτυρεί την ύπαρξη εργαστηρίου σιδερένιων αντικειμένων. Η εύρεση της αγροικίας σε κοντινή απόσταση από τον αρχαιολογικό χώρο του μολοσσικού Ορράου εμπλουτίζει και συμπληρώνει τις γνώσεις για την ενδοχώρα της Μολοσσίας και την τοπογραφία της αρχαίας Ηπείρου.
Αρχαιολογικές έρευνες κατά μήκος της Ίόνιας Οδού στην Περιφερειακή Ενότητα Άρτας, παρουσίασε η Προισταμένη της Εφορείας Βαρβάρα Παπαδοπούλου.
Στην πορεία του οδικού άξονα αποκαλύφθηκαν αρχαία κατάλοιπα άγνωστα, από άλλες πηγές, που ποικίλλουν ως προς τον χαρακτήρα και το χρονικό εύρος και παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ιστορία της περιοχής.
Οι έρευνες που ακολούθησαν, πραγματοποιήθηκαν παράλληλα με τις τεχνικές εργασίες του αυτοκινητόδρομου και εμπλούτισαν τις γνώσεις και τον αρχαιολογικό χάρτη της Άρτας.
Συγκεκριμένα, εντοπίστηκε μια σημαντική οικιστική συγκέντρωση στα περίχωρα της Αμβρακίας, άγνωστη έως σήμερα, μικρό τμήμα της οποίας ανασκάφηκε. Σημαντικά ευρήματα τεκμηριώνουν επίσης τη διαχρονικότητα του περάσματος από τη χώρα της Αμβρακίας στο λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων, που παραμένει σε χρήση ήδη από την Εποχή του Χαλκού ως τις μέρες μας.
Νεώτερα αρχαιολογικά δεδομένα και στοιχεία από την διάβαση προς το Όρραον παρουσιάστηκαν από αρχαιολόγους της Εφορείας.
Οι εργασίες για την κατασκευή του αυτοκινητόδρομου της Ίόνιας Οδού στο τμήμα Καμπής – Αμμoτόπου της Περιφερειακής Ενότητας Άρτας, στάθηκαν αφορμή να έρθουν στο φως σημαντικά ευρήματα για την τοπογραφία της ευρύτερης περιοχής. Η έρευνα κτηριακών καταλοίπων και ταφών, μαρτυρούν πως στο δρόμο που συνέδεε την Αθαμανία και τη Μολοσσίδα, με την πεδιάδα της Αμβρακίας, μία κοινωνία ανθρώπων έχοντας ως όπλο τη σκέψη, έζησε, δημιούργησε τέχνη και καθιέρωσε έθιμα, χαράσσοντας τη δική της πορεία αιώνες πριν οι Μολοσσοί ιδρύσουν την σημαντική, φρουριακού χαρακτήρα πόλη του Ορράου.
Λίγα χιλιόμετρα από την Άρτα, εντοπίστηκαν και ερευνήθηκαν τέσσερις κτηριακές εγκαταστάσεις που περιλάμβαναν δύο αγροικίες και δύο εργαστηριακούς χώρους. Τα επιμέρους ευρήματα δείχνουν την παράλληλη ύπαρξη και χρήση των χώρων αυτών που δίνουν την εικόνα ενός οικιστικού συνόλου. Τα κινητά ευρήματα εκτείνονται χρονικά από την αρχαϊκή εποχή μέχρι τους υστερορρωμαϊκούς ή τους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους και αναδεικνύουν μια άγνωστη μέχρι σήμερα θέση που κατοικήθηκε και αναπτύχθηκε για πολλούς αιώνες κατά μήκος της διόδου που ένωνε τη χώρα της Αμβρακίας με τη χώρα των Ακαρνάνων.