Μυστήρια που περιβάλλουν το μαντείο της Δωδώνης. Έναι αλήθεια ότι το ιερό μαντείο της Δωδώνης κρύβει πολλά μυστικά. Άλλα εξ αυτών έχουν αποκαλυφθεί και άλλα όχι. Γιατί, όμως, οι θνητοί που πήγαιναν να ζητήσουν χρησμό έπρεπε να είχαν νηστέψει τρεις μέρες, να είχαν καθαριστεί στην πηγή της Δωδώνης και να είχαν χαράξει την παράκλησή τους σε μια πλάκα από μόλυβδο.
Ταξιδεύοντας κανείς στην ιστορική Ήπειρο, δεκαοκτώ χιλιόμετρα απ’ τα Ιωάννινα, στους πρόποδες του βουνού Τόμαρος, θα δει ότι βρίσκονται τα ερείπια της αρχαίας πόλεως Δωδώνης. Μέχρι το 1876 η τοποθεσία της Δωδώνης, της περίφημης για το μαντείο της, δεν ήταν γνωστή, γιατί οι Έλληνες και ξένοι αρχαιολόγοι και ιστοριογράφοι την τοποθετούσαν σε διάφορες περιοχές της Ηπείρου. Στη σημερινή θέση της νόμιζαν ότι βρισκόταν η αρχαία πόλη της Πασσαρώνας, η πρωτεύουσα τη Μολοσσίας.
Ωστόσο, από τις ανασκαφές όμως που έγιναν εκεί, για πρώτη φορά στα 1878 από τον Κ. Καραπάνο, διαπιστώθηκε ότι σε εκείνη την τοποθεσία βρισκόταν η περίφημη Δωδώνη με το μαντείο της που ο Ηρόδοτος το θεωρεί το αρχαιότερο μαντείο της Ελλάδας!
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλές γνώμες και υποθέσεις υπάρχουν για την προέλευση του ιστορικού ονόματος «Δωδώνη». Άλλοι νομίζουν ότι προέρχεται από το Δία, άλλοι από τη Δωδώνη, μια νύμφη του Ωκεανού, άλλοι από τον ποταμό Δώδωνα της Ηπείρου, άλλοι απ’ τη λέξη “Δωδώ” που σημαίνει “μπουμπουνητό” και άλλοι από το ρήμα δίδωμι, επειδή η πεδιάδα της Δωδώνης ήταν πλούσια και εύφορη.
Αναμφισβήτητο, όμως, είναι το γεγονός ότι η Δωδώνη έγινε γνωστή για το αρχαιότατο μαντείο της που αναφέρεται στον Όμηρο και στον Ηρόδοτο και είχε τεράστια φήμη και τιμόταν πολύ. Τόση ήταν η δόξα του ώστε και όταν ακόμα εμφανίστηκε το Μαντείο των Δελφών, το μαντείο της Δωδώνης δεν έχασε τίποτα απ’ τη φήμη του.
Βεβαίως, το ερώτημα για την έναρξη και την πρώιμη φάση της λατρείας στη Δωδώνη δεν έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά, όμως, τα ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης πιστοποιούν τη συνεχή λατρεία στο χώρο ήδη από την εποχή του χαλκού!
Ελλοί Ή Σελλοί
Σύμφωνα με διάφορες γνώμες, το μαντείο χτίστηκε από τους Ελλούς ή Σελλούς, που απ’ αυτούς προήρθε το όνομα Ελλάδα. Πώς ιδρύθηκε, όμως, το μαντείο;
Για την ίδρυση του μαντείου υπάρχουν διάφορες παραδόσεις. Δυο τρυγόνια έφυγαν από την Αίγυπτο. Το ένα από αυτά στάθηκε στην έρημο της Λιβύης, όπου χτίστηκε το μαντείο του Δία Άμμωνα, ενώ το άλλο ήρθε και κάθισε στη γέρικη βελανιδιά της Δωδώνης όπου ιδρύθηκε το Μαντείο της Δωδώνης κι εκεί όπου λατρευόταν ο Δίας και η γυναίκα του Διώνη.
Οι θνητοί που πήγαιναν να ζητήσουν χρησμό έπρεπε να είχαν νηστέψει τρεις μέρες, να είχαν καθαριστεί στην πηγή της Δωδώνης και να είχαν χαράξει την παράκλησή τους σε μια πλάκα από μόλυβδο.
Γιατί, όμως, όλα αυτά;
Είναι γνωστόν, ότι η Πυθία, καθισμένη κάτω από την ιερή βαλανιδιά, έδινε το χρησμό. Οι ιερείς, για να μαντέψουν το θέλημα του Δία, παρακολουθούσαν το πέταγμα των περιστεριών, το θρόϊσμα των φύλλων της “φηγού δρυός” καθώς και το χαλκείο. Το χαλκείο ήταν μια χάλκινη καμπάνα που χτυπούσε όταν από τον αέρα, κουνιόταν το μαστίγιο που κρατούσε ένα μικρό άγαλμα παιδιού.
Φώς Στο Σκοτάδι;
Η Δωδώνη, όπως είπαμε, ανήκει στα αρχαιότερα και σεβαστότερα μαντεία του αρχαιοελληνικού κόσμου. Στον Όμηρο αναφέρεται δύο φορές: α) όταν ο Αχιλλεύς απευθύνεται στον Δωδωναίο Δία υπέρ του φίλου του Πατρόκλου {Ιλιάδα, Β 233) και β) όταν ο Οδυσσέας επισκέπτεται το μαντείο {Οδύσσεια, Ξ 327).
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο οποίος παραδίδει τον ιδρυτικό μύθο, η λατρεία έφθασε στη Δωδώνη από την Αίγυπτο, γιατί όπως πληροφορήθηκε από τους ιερείς του ναού του Άμμωνα Δία στις Θήβες της Αιγύπτου, οι Φοίνικες άρπαξαν από το ναό δύο ιέρειες και τη μία την πούλησαν στη Λιβύη, όπου ίδρυσε το μαντείο του Άμμωνα Δία, και την άλλη στην Ελλάδα, όπου ίδρυσε το ιερό του Δωδωναίου Δία στη Θεσπρωτία. Προσθέτει, όμως, ότι κατά την επίσκεψη του στη Δωδώνη, οι ιερείς και οι ιέρειες του ιερού, του αφηγήθηκαν ότι από τις Θήβες της Αιγύπτου έφυγαν δύο μαύρα περιστέρια και όχι ιέρειες. Εκείνο που ήρθε στην Ήπειρο κάθισε πάνω στη φηγό (βαλανιδιά) και με ανθρώπινη φωνή είπε ότι εκεί έπρεπε να ιδρύσουν μαντείο στον Δία!
Ναι, αλλά της τοπικής παράδοσης υπάρχουν πολλές ερμηνείες. Κατά τον ίδιο τον Ηρόδοτο, η ιέρεια των Θηβών, όταν ήλθε στη Δωδώνη, ίδρυσε το μαντείο και μόλις έμαθε ελληνικά, εξήγησε στους Δωδωναίους τη λειτουργία του. Οι Δωδωναίοι τότε αποκάλεσαν τη γυναίκα «περιστέρα» (πελειάδα), γιατί μιλούσε ακατανόητα και έμοιαζε με πουλί, και «μέλαινα», γιατί ήταν Αιγύπτια.
Ο Στράβων. όμως, δίδει τελείως διαφορετική ερμηνεία. Κατ’ αυτόν, οι Μολοσσοί ονόμαζαν τις γριές γυναίκες πελίες και τους γέρους πελίους, όπως τα περιστέρια. Από την ομωνυμία αυτήν, προέκυψε η σύγχυση της τοπικής παράδοσης.
Αλλά και τα περιστέρια του Ηροδότου δεν είναι άσχετα, γιατί είναι το ιερό σύμβολο της Μεγάλης Θεάς, της θεάς Γης, που πρωτολατρεύτηκε στη Δωδώνη. Ήδη σε νόμισμα από τη Δωδώνη, που χρονολογείται στο 300 π.Χ., παριστάνεται η ιερή φηγός με τρία περιστέρια, σύμβολο της θεάς Γης. Είναι η επιφάνεια της θεάς σε μορφή περιστεριού.
Άλλοι πάλι πιστεύουν, ότι η λατρεία του Δωδωναίου Δία και η ίδρυση του ιερού, προήλθε από πρωτόγονους που απέδωσαν θεία δύναμη στη φηγό. Σύμφωνα με ερμηνεία του Kern, για να αναφέρουμε μιαν από τις νεότερες ερμηνείες, θα λατρευόταν εδώ κατά την αρχαιότητα τοπικός θεός, που ταυτίστηκε με τον Πανελλήνιο Δία και ονομάστηκε Νάϊος.
Μήπως, λοιπόν, είχε δίκιο η γνωστή Ελληνίδα χορογράφος Μαρία Χορς, που είπε σε τηλεοπτική εκπομπή του Κώστα Χαρδαβέλλα (Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2006) ότι οι «λαλούσες βελανδιές» είναι μία πραγματικότητα διότι το σφύριγμα του αέρα ανάμεσα στα φυλλώματα σου δημιουργούν μία αίσθηση γλωσσολαλιάς;
Μήπως, λοιπόν, στο ιερό της Δωδώνης είχαμε μία προλείανση του εδάφους για την Έλευση του Ενός και Αληθινού Θεού στην ανθρωπότητα;
Ρωτάμε: Μήπως;
Τόμουροι Και Υποφήτες
Χάριν της ιστορίας να πούμε, ότι, σύμφωνα με τον Όμηρο, στο μαντείο της Δωδώνης υπηρετούσαν από τους αρχαιότατους χρόνους, οι Τόμουροι ή Υποφήτες (Οδύσσεια, Β 403), που καλούνταν και Σελλοί ή Ελλοί, χωρίς το όνομα αυτό να σημαίνει μόνο τους ιερείς, αλλά και τους κατοίκους.
Βεβαίως όλα αυτά τα αναφέρουμε στον πρώτο τόμο της τριλογίας μας «Οι Προφητείες του Ελληνισμού» («Λάλον Ύδωρ»). Ωστόσο, όταν κατά τον 8ο αιώνα π.Χ., καθιερώθηκε στο ιερό και η λατρεία της Διώνης, τότε προστέθηκαν και οι γυναίκες ιέρειες, που ονομάζονταν «πελείαι, ή πελειάδες, ή προφήτιδες» και οι οποίες αριθμητικά ήταν τρεις: 1) Προμένεια, 2) Τιμαρέτη και 3) Νικάνδρη. Έργο των ιερέων και ιερειών ήταν η εξήγηση των προφητικών σημείων της φηγού ή των προφητικών μέσων και η σύνταξη των σχετικών απαντήσεων.
Μη λησμονήσουμε να πούμε, ότι οι χρησμοί, στους παλαιότερους χρόνους, δίνονταν (Οδύσσεια, Ξ 327 και Τ 296 κ.ε.) από τον ψίθυρο των φύλλων της ιερής βαλανιδιάς!
Άλλος τρόπος μαντείας ήταν το πέταγμα και οι κρωγμοί των περιστεριών, που φώλιαζαν στη φηγό, ενώ στη μεθομηρική παράδοση, αναφέρεται και ο ήχος των λεβήτων με τους τρίποδες που περιστοίχιζαν το ιερό δέντρο, τουλάχιστον από τον 4ο αιώνα π.Χ.
Αργότερα, όπως αναφέρει ο Στράβων (C, 329), ήταν το χαλκείο που αποτελείτο από δύο κιονίσκους. Στον έναν υπήρχε χάλκινος λέβητας και στον άλλο χάλκινο άγαλμα παιδιού, που κρατούσε μαστίγιο με τρεις αλυσίδες, αναθημάτων Κερκυραίων. Το μαστίγιο αυτό εκινείτο από τον άνεμο, χτυπούσε στο λέβητα και προξενούσε ήχο, από τον οποίο χρησμοδοτούσαν οι ιερείς. Από δω προήλθαν και οι παροιμίες «Δωδωναίο χαλκείο» και «Κερκυραίων μάστιγξ», που λέγονται για τους φλύαρους ανθρώπους.
Οι ερωτήσεις χαράσσονταν στη μαλακή επιφάνεια των μολύβδινων ελασμάτων, που είχαν σχήμα ορθογώνιο ή ταινίας. Οι απαντήσεις δίνονταν συνήθως προφορικά και σπανιότερα ήταν γραμμένες στην άλλη πλευρά του ελάσματος, συνήθως με ένα ναι ή ένα όχι.
Ο Έλλην αρχαιολόγος Κ. Καραπάνος είχε βρει 86 τέτοιες χρηστήριες επιγραφές, αλλά μετά τις ανασκαφές στην περιοχή ο αριθμός ανήλθε σε αρκετές εκατοντάδες.
Χαρακτηριστικό της λατρείας στη Δωδώνη είναι ότι ο Δίας είχε εδώ την επίγεια κατοικία του- ήταν ο Νάϊος θεός που κατοικούσε στη φηγό και στην ιερή οικία. Γύρω του κατοικούσαν οι προφήτες, οι Σελλοί, οι οποίοι κατά παλαιά θρησκευτική συνήθεια, δεν έπλεναν τα πόδια τους (ανιπτόποδες) και κοιμούνταν καταγής (χαμαιεύναι), για να βρίσκονται σε επαφή με τη γη, απ’ όπου αντλούσαν τη μαντική τους δύναμη.
Κάποια στιγμή, βεβαίως ήρθε και η παρακμή της Δωδώνης, που άρχισε στα 221 π.Χ., όταν ο στρατηγός Δωρίμαχος την κατάστρεψε, επειδή οι Ηπειρώτες είχαν συμμαχήσει με τους Μακεδόνες και τους Αχαιούς. Δεύτερη καταστροφή έπαθε η Δωδώνη στα 168 π.Χ. από το Ρωμαίο Αιμίλιο Παύλο και τελειωτικά πια καταστράφηκε στα χρόνια του μιθριδατικού πολέμου από τους στρατιώτες του Μιθριδάτη, του βασιλιά του Πόντου.