Σε δίκη ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Ρόδου, κατηγορούμενος για κατοχή ειδών άγριας πανίδας χωρίς να διαθέτει την απαιτούμενη από το νόμο άδεια, παραπέμφθηκε με απευθείας κλήση της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Ρόδου, ένας 63χρονος κάτοικος Καλυθιών.
Για την έρευνα της υπόθεσης συγκροτήθηκε μικτό κλιμάκιο ελέγχου αποτελούμενο από υπαλλήλους του Τελωνείου, της ΔΟΥ Ρόδου και της Διεύθυνσης Δασών, που μετέβησαν στην οικία του, σε αγροικία στα Πασαούτια.
Εκεί βρέθηκαν περί τους 400 παπαγάλους και διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν εγκαταστάσεις για την εκτροφή τους, 11 παπαγαλάκια και 12 φίδια (πύθωνες και βόες).
Πιο συγκεκριμένα στον περιβάλλοντα χώρο της κατοικίας βρέθηκαν ειδικά διαμορφωμένοι χώροι εκτροφείου, ενώ ο 63χρονος φέρεται να μην διέθετε τις απαιτούμενες άδειες και πιστοποιητικά και δεν τηρούσε βιβλίο – μητρώο στο οποίο ήταν καταχωρημένο το ζωικό κεφάλαιο της εκτροφής αλλά και τα προβλεπτόμενα υγειονομικά και κτηνιατρικά παραστατικά.
Ο ίδιος δηλώνει εκτροφέας και έχει αναρτημένη ηλεκτρονική σελίδα στο διαδίκτυο, ενώ φέρεται να ασκεί εμπόριο χωρίς να είναι εγγεγραμμένος στα σχετικά μητρώα εμπόρων, εισαγωγέων, εξαγωγέων και εκτροφέων πανίδας και χλωρίδας και χωρίς να διαθέτει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας εκτροφείου πτηνών της άγριας πανίδας ή άλλη άδεια.
Στις 26 Ιουλίου 2017 από τελωνειακούς υπαλλήλους στο αεροδρόμιο «Διαγόρας» της Ρόδου διαπιστώθηκε ότι με πτήση της εταιρείας Air Berlin από το Αμστερνταμ, αφίχθη συνοδευόμενο με αεροπορική φορτωτική ένα δέμα με 5 κροκόδειλους του είδους Caiman.
Ο παραλήπτης γνωστοποίησε στους τελωνειακούς ότι δεν απαιτείτο πιστοποιητικό για την μεταφορά των ερπετών και ζήτησε να μεταφερθούν άμεσα διότι κινδύνευε η ζωή τους. Τα ζώα του παραδόθηκαν μέχρι να ελεγχθεί αν πράγματι απαιτείτο πιστοποιητικό για την μεταφορά τους και κατασχέθηκαν την επόμενη ημέρα στην προαναφερόμενη αγροικία. Οι κροκόδειλοι ήταν σε τρείς δεξαμενές με νερό.
Οι σκέψεις για τους παπαγάλους
Ο 63χρονος το έτος 2003 είχε λάβει νόμιμη άδεια λειτουργίας επιχείρησης και εξέτρεφε και πουλούσε παπαγάλους. 10 χρόνια μετά την έκλεισε και αναγκάστηκε και αγόρασε ο ίδιος στο όνομά του τους εναπομείναντες παπαγάλους τους οποίους έκτοτε εκτρέφει. Η κατοχή τους ήταν για τον ίδιο παντελώς ασύμφορη και από το έτος 2013 επικοινώνησε με την Δασική Υπηρεσία και το Υπουργείο Περιβάλλοντος προκειμένου να λάβει εκ νέου άδεια λειτουργίας επιχείρησης πώλησης παπαγάλων για να τους ξεφορτωθεί.
Εναλλακτικά μάλιστα εξέτασε και τη δυνατότητα να ιδρύσει πάρκο με παπαγάλους στο νησί. Οι προσπάθειες να λάβει απαντήσεις ευδοκίμησαν ουσιαστικά το έτος 2016 όταν του υποδείχθηκε να συντάξει γεωτεχνική έκθεση πτηνοτροφικής εκμετάλλευσης για να λάβει άδεια λειτουργίας πτηνοτροφικής μονάδας πράγμα που έκανε αμέσως.
Πιο συγκεκριμένα έχει καταθέσει στην Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας τον Οκτώβριο του 2016 αίτηση και δεν έχει λάβει απάντηση μέχρι σήμερα με τις αρμόδιες υπηρεσίες να δηλώνουν άγνοια του νομικού καθεστώτος και να ζητούν ενημέρωση από τις νομικές υπηρεσίες. Τους παπαγάλους δε τους κατείχε νόμιμα και τους είχε εισάγει το έτος 2003.
Αναφορικά με την φερόμενη «απόδειξη» είσπραξης 100 € για την πώληση ενός παπαγάλου, ανέφερε ότι μια ομογενής από την Σουηδία, ανήλικη, που μετέβαινε στην επιχείρησή του έλαβε ως δώρο το πτηνό και για την μεταφορά του έπρεπε να υποβάλει απόδειξη την οποία της έδωσε.