Ήταν 17 Μαΐου 1944 όταν ένα συμμαχικό αεροσκάφος προσγειώνεται στο Κάιρο, μεταφέροντας στην αιγυπτιακή πρωτεύουσα τον δαφνοστεφή γερμανό στρατηγό Χάινριχ Κράιπε.
Δεν είναι βέβαια μόνος, καθώς στο πλάι του είναι δύο βρετανοί κομάντο, ο Πάτρικ Λι-Φέρμορ και ο Γουόλτερ Στάνλεϊ Μος, οι οποίοι τον είχαν απαγάγει από την Κρήτη στις 26 Απριλίου.
Αυτό βέβαια δεν αποκαλύπτει όλη την εικόνα της ιστορίας μας, καθώς ο Κράιπε δεν θα έπεφτε ποτέ στα χέρια των Συμμάχων χωρίς τη βοήθεια τόσο του ηρωικού κρητικού λαού όσο και μεμονωμένων ανταρτών του νησιού.
Αντρών σαν τον χωροφύλακα Μανώλη Πατεράκη δηλαδή, που μετατράπηκε σε αγρίμι του Ψηλορείτη κατά τον Β’ Παγκόσμιο και πολέμησε λυσσαλέα τον ναζί κατακτητή, συμβάλλοντας ταυτοχρόνως τα μέγιστα σε μια από τις πιο εμβληματικές στιγμές όλου του πολέμου.
Κρήτες και Σύμμαχοι ήθελαν βέβαια να πιάσουν τον προηγούμενο διοικητή του νησιού, τον διαβόητο στρατηγό Φρίντριχ Βίλχελμ Μιούλερ («Χασάπης της Κρήτης»), που τόσα εγκλήματα πολέμου είχε κάνει στην Κρήτη από τον Αύγουστο του 1942, οπότε και ανέλαβε φρούραρχος Ηρακλείου.
Άγγλοι και κρητικοί αντιστασιακοί παρακολουθούσαν τον στρατηγό εδώ και καιρό και έστελναν συνεχώς αναφορές στο εντεταλμένο γραφείο του Καΐρου. Οι δυο Βρετανοί είχαν συνεργάτες στην Κρήτη δυο αντάρτες, τον Μανώλη Πατεράκη και τον Γεώργιο Τυράκη.
Η ιστορία της απαγωγής του Κράιπε συναρπάζει με τα ηρωικά κατορθώματα των πρωταγωνιστών και υπνωτίζει με τη σχεδόν κινηματογραφική εξέλιξή της. Παραμένει όμως κάτι περισσότερο από ένα χρονικό δράσης μερικών γενναίων παλικαριών: είναι η ιστορία ενός ολόκληρου πληθυσμού που αψηφώντας τον παντοδύναμο αντίπαλο σήκωσε στους ώμους του ένα κατόρθωμα που φωτίζει ακόμη τον αστείρευτο ηρωισμό των Κρητών στον Β’ Παγκόσμιο.
Ο επικεφαλής των κρητικών αγωνιστών, Μανώλης Πατεράκης, συμμετείχε από την αρχή στην επιχείρηση και ήταν ουσιαστικά ο ιθύνων νους στη συνεργασία των Βρετανών με τους ντόπιους. Ο χωροφύλακας ήταν στην ομάδα που εκπαιδεύτηκε στη Χάιφα και το Κάιρο, απέκτησε πρακτικές γνώσεις στην Ιταλία και έζησε όλο το χρονικό της απαγωγής του Κράιπε, μέχρι να τον επιβιβάσουν τουλάχιστον στο υποβρύχιο για το συμμαχικό στρατηγείο της Μέσης Ανατολής.
Ο αγωνιστής είχε δει τους Γερμανούς να δολοφονούν τον πατέρα και τα δύο του αδέλφια και πείσμωσε ακόμα περισσότερο. Μετά τον πόλεμο, ο Πατεράκης βρέθηκε όμως χωρίς δουλειά και χωρίς καμία αναγνώριση από το ελληνικό κράτος. Η τραγική ειρωνεία της ιστορίας του είναι η κατάληξή της, μιας και τη σημασία του άθλου του την κατάλαβαν τελικά οι Γερμανοί, οι οποίοι σε αναγνώριση της άψογης συμπεριφοράς του απέναντι στον αιχμάλωτο Κράιπε, τον διόρισαν φύλακα στο γερμανικό στρατιωτικό νεκροταφείο της Κρήτης, δίνοντάς του έτσι την ευκαιρία να ζήσει με αξιοπρέπεια τα χρόνια της ειρήνης.
Πρώτα χρόνια
Ο Μανώλης Πατεράκης γεννιέται στο χωριό Κουστογέρακο της επαρχίας Σελίνου των Χανίων, κι εδώ εξαντλούνται οι γνώσεις μας για τα βιογραφικά στοιχεία του αγωνιστή. Ξέρουμε πάντως πως κατά την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου υπηρετούσε ως νεαρός χωροφύλακας, όταν και θα μετατρεπόταν σε αγρίμι του πολέμου. Κατά την εξέλιξη του Β’ Παγκοσμίου οι Γερμανοί δολοφόνησαν εξάλλου τον πατέρα και τους δύο αδερφούς του, γεγονός που θα σκύλιαζε τον Πατεράκη, που έψαχνε τώρα πώς να χαλάσει τον εχθρό.
Γι’ αυτό και μετά τη συνθηκολόγηση μεταβαίνει αμέσως στη Μέση Ανατολή, όπου εκπαιδεύεται πλάι στους κομάντο των Συμμάχων στα σαμποτάζ και τον ανταρτοπόλεμο. Εκεί θα γνωρίσει τον Πάτρικ-Λι Φέρμορ και θα μπει στο σχέδιο της απαγωγής του γερμανού διοικητή της Κρήτης από τις πρώτες στιγμές της σύλληψής του.
Μετά την ιταλική συνθηκολόγηση τον Σεπτέμβριο του 1943, οι ιταλοί επιτελείς της Κρήτης -και κυρίως ο στρατηγός Αντζέλικο Κάρτα- κατάλαβαν πως κινδύνευαν. Ο ίδιος ο Κάρτα ζήτησε μυστική συνάντηση με τον Φέρμορ προκειμένου να διαπραγματευτεί τους όρους της παράδοσής του στους Βρετανούς, με αντάλλαγμα την ασφαλή φυγάδευσή του από το νησί.
Ο Φέρμορ φυγαδεύει πράγματι τον Κάρτα με σκάφος από ερημικό σημείο της Κρήτης για τη Βόρεια Αφρική και τον ακολουθεί προσωρινά εκεί. Όντας στο συμμαχικό στρατηγείο του Καΐρου, ο Φέρμορ συλλαμβάνει την ιδέα να κάνει κάτι ανάλογο και με τον μοχθηρό Μιούλερ, αν και τώρα χωρίς τη συγκατάθεση του κατακτητή. Ο Φέρμορ ήξερε ότι οι Σύμμαχοι δεν είχαν σκοπό να πραγματοποιήσουν απόβαση στην Κρήτη, οπότε σκέφτηκε πως η όλη επιχείρηση θα βοηθούσε εξαιρετικά στην ανύψωση του ηθικού των Κρητών γελοιοποιώντας ταυτοχρόνως τους Γερμανούς.Προτείνει λοιπόν την ιδέα στους ανωτέρους του, γίνεται τελικά δεκτή μέσα σε κλίμα επιφυλάξεων και αρχίζει να
συστήνει την ομάδα κρούσης. Ο ταγματάρχης πια Φέρμορ, με τον Στάνλεϊ Μος, τον Πατεράκη και τον Τυράκη στο πλευρό του, επιστρέφει στις αρχές του 1944 στην Κρήτη, βάζοντας σε εφαρμογή το φιλόδοξο σχέδιό του για την απαγωγή του εγκληματία πολέμου γερμανού διοικητή.
Πριν επιστρέψει στο νησί, η ομάδα των βρετανών και κρητών κομάντο εκπαιδεύεται σε κέντρο αλεξιπτωτιστών στη Χάιφα και στέλνεται μετά -μέσω Βεγγάζης- στο Μπρίντιζι της Ιταλίας για να αποκτήσει επιχειρησιακή εμπειρία στα σαμποτάζ και τις καταδρομικές αποστολές. Ο Πατεράκης λειτουργεί ως σύνδεσμος του Φέρμορ στο νησί και τον βοηθά να σχηματίσει τον πρώτο πυρήνα των συνεργατών…
Η απαγωγή
Την ώρα που προετοιμάζουν όμως το πλάνο, συμβαίνει κάτι που παραλίγο να το τινάξει στον αέρα: ο Μιούλερ αναχωρεί για την επόμενη μετάθεσή του, τα Χανιά, αφήνοντας φρούραρχο του Ηρακλείου τον ταξίαρχο Κράιπε, που είχε μόλις προβιβαστεί σε υποστράτηγο. Η ομάδα δεν ακυρώνει την επιχείρηση, αλλάζει απλώς στόχο. Κανένας όμως δεν ήξερε πολλά πράγματα για τον μπαρουτοκαπνισμένο στρατηγό των ναζί, παρά μόνο ότι είχε μόλις φτάσει από το Ανατολικό Μέτωπο για να ξαποστάσει λιγάκι από τις συνεχείς μάχες.
Ο Πατεράκης επεκτείνει τον αρχικό πυρήνα των οργανωτών και η ομάδα περιλαμβάνει τώρα τους αντιστασιακούς Γιώργο Τυράκη, Στρατή Σαβιολάκη, Μιχάλη Ακουμιανάκη («Μίκυ»), Ηλία Αθανασάκη, Αντώνη Ζωιδάκη, Μήτσο Τζατζά, Χναράκη, Κόμη, Παπαλεωνίδα και Ζωγραφιστό. Όπως εξομολογούνται οι δυο Βρετανοί στα βιβλία τους («Η απαγωγή του Στρατηγού Κράιπε» του Φέρμορ και «Κακό φεγγαραντάμωμα» του Στάνλεϊ Μος), ακόμα και οι ίδιοι έμεναν άναυδοι από αυτό που ετοιμάζονταν να κάνουν, ενθουσιάζονταν και τρόμαζαν την ίδια στιγμή.
Το χρονικό της απαγωγής μοιάζει με μυθιστόρημα, διαθέτοντας άφθονες στιγμές αγωνίας αλλά και απρόσμενου γέλιου, ενώ δεν λείπουν το δράμα (όπως ο θάνατος του οδηγού του Κράιπε) ούτε όμως και οι στιγμές ανθρωπιάς (όπως το πώς ήρθαν κοντά Φέρμορ και Κράιπε στις κακοτράχαλες πλαγιές του Ψηλορείτη).
Παρά την πολύ καλή οργάνωση, το σχέδιο που επεξεργάζονταν Άγγλοι και Κρήτες μήνες πριν από την απαγωγή του παρασημοφορημένου αξιωματικού της Βέρμαχτ ήταν γεμάτο κινδύνους και τα ποσοστά επιτυχίας κρίνονταν ακόμα και από τους οργανωτές πολύ μικρά. Χρειαζόταν άψογος συντονισμός κινήσεων των εμπλεκομένων, κάτι που θα εξασφάλιζε και με το παραπάνω ο Πατεράκης.
Σε καθημερινή βάση, οι βρετανοί κομάντο με κρητικές ενδυμασίες και οι ντόπιοι που παρίσταναν τους βοσκούς παρακολουθούσαν και κατέγραφαν το πρόγραμμα του διοικητή Κράιπε. Είχαν γίνει σκιά της Βίλας Αριάδνης, της έπαυλης που είχε χτίσει ο ίδιος ο Έβανς απέναντι από τα ερείπια της Κνωσού και είχε επιτάξει ο κατακτητής για κατοικία του γερμανού διοικητή.
Οι συνωμότες καταλήγουν στο τελικό σχέδιο, να τον απαγάγουν την ώρα που θα πήγαινε στο στρατηγείο του (17 χιλιόμετρα μακριά από την κατοικία του). Βρίσκουν μάλιστα και το ιδανικό σημείο, μια κατηφορική στροφή της διαδρομής, όπου τα αυτοκίνητα αναγκάζονταν να κόψουν ταχύτητα και πλάι στον δρόμο υπήρχαν αρδευτικά χαντάκια, ιδανικά για να κρυφτούν εκεί οι απαγωγείς.
Μέχρι τότε και κάτω από τις ενέργειες του Πατεράκη, οι δυο βρετανοί αξιωματικοί τύγχαναν της αμέριστης εμπιστοσύνης των ντόπιων, οι οποίοι αποκαλούσαν τον Πάτρικ Φέρμορ «Πάντυ» και «Φιλεντέμ», από το κρητικό τραγούδι που τόσο αγαπούσε ο Βρετανός. Ο Μος ήταν ο μόνος που μιλούσε γερμανικά, ο αντιστασιακός Πατεράκης γνώριζε απέξω και ανακατωτά τα μονοπάτια και τα βουνά της περιοχής, όπως και ο ανθυπολοχαγός Τυράκης («Τυρογιώργης»). Και οι τέσσερις άντρες είχαν εκπαιδευτεί όπως είπαμε στα σαμποτάζ στη Διεύθυνση Ειδικών Επιχειρήσεων του Καΐρου και μάλιστα στον επιχειρησιακό κλάδο για την Ελλάδα, το Αιγαίο και τη Βουλγαρία.
Μέσω του Πατεράκη, οι απαγωγείς εξασφαλίζουν τη βοήθεια τοπικών καπεταναίων, όπως του Ζωγραφάκη και του Μπαντουβά, οι οποίοι είναι έτοιμοι να τρέξουν σε βοήθεια αν κάτι στραβώσει. Όλα ήταν έτοιμα πια και για την τελική αποστολή είχαν συνεργαστεί πολλοί ντόπιοι αντιστασιακοί.
Την 26η Απριλίου 1944, στις 9:25 το βράδυ, το Opel του Κράιπε επέστρεφε από το στρατηγείο του ασυνόδευτο. Οι μόνοι επιβάτες ήταν ο στρατηγός και ο οδηγός του. Οι απαγωγείς είχαν ακροβολιστεί στα προκαθορισμένα σημεία του δρόμου, με τους βρετανούς κομάντο να καμώνονται τους δεκανείς της γερμανικής Στρατιωτικής Αστυνομίας που θα σταματούσαν το αμάξι για έλεγχο.
Το αμάξι σταμάτησε πράγματι και πριν καλά-καλά το καταλάβει, ο Κράιπε βρίσκεται με το περίστροφο κολλημένο στον κρόταφο μαθαίνοντας πως είναι αιχμάλωτος των Βρετανών! Αφού ακινητοποίησαν και τον οδηγό, έδεσαν και φίμωσαν τον στρατηγό και μπήκαν όλοι τους στο αμάξι: Μος οδηγός, Φέρμορ συνοδηγός και πίσω Πατεράκης, Τυράκης και Σαβιολάκης. Ο Κράιπε δεμένος στο πάτωμα του αυτοκινήτου!
Δεν είχαν όμως τελειώσει, καθώς λίγο παρακάτω έπεσαν σε πραγματικό μπλόκο των Γερμανών. Η σημαία του στρατηγού στα πλευρά του αυτοκινήτου τούς έσωσε, όπως έκανε και αργότερα στο Ηράκλειο, όταν το αμάξι περνούσε από τον κεντρικό δρόμο ανάμεσα σε στρατιώτες και αξιωματικούς του εχθρού. Τα μπλόκα ήταν όμως ατέλειωτα και ήταν μόνο χάρη στο θράσος του Φέρμορ, που καμωνόταν τον εξοργισμένο με τους συνεχείς ελέγχους Κράιπε, που τους έσωσε.
Οι απαγωγείς είχαν τώρα να σκεφτούν τις πράξεις αντιποίνων των ναζί κατά του ντόπιου πληθυσμού, γι’ αυτό και άρχισαν να διαδίδουν μαζικά φήμες πως ήταν οι ξενόφερτοι βρετανικοί κομάντο αυτοί που το έκαναν και μάλιστα μόνοι, χωρίς εμπλοκή του γηγενούς στοιχείου. Στο αμάξι που παράτησαν μάλιστα στον όρμο που πίστευαν οι Γερμανοί ότι γίνονταν οι συμμαχικές ανταλλαγές, φρόντισαν να αφήσουν αγγλικά διακριτικά αλλά και μια επιστολή ανάληψης ευθύνης που έλεγε πως τον Κράιπε τον είχαν απαγάγει μόνο Βρετανοί.
Την ώρα που το επόμενο πρωινό οι Γερμανοί χτένιζαν το νησί για να βρουν τον στρατηγό τους, ο Κράιπε και οι απαγωγείς του ήταν ήδη πάνω στις απάτητες πλαγιές του Ψηλορείτη. Εκεί θα αναλάβουν πρωταγωνιστικό ρόλο και πάλι οι καπεταναίοι, που ενημερώνουν τους απαγωγείς για τις κινήσεις του εχθρού και τους παρέχουν τρόφιμα και προστασία στα κρησφύγετά τους.
Οι αντάρτες των καπεταναίων λειτούργησαν και ως οδηγοί στα χιονισμένα μονοπάτια των ορεινών όγκων, καθώς ο κλοιός των Γερμανών έσφιγγε συνεχώς ολόγυρά τους. Η πεζοπορία γινόταν πια στο πυκνό σκοτάδι και η ομάδα ήταν εξαντλημένη από τις κακουχίες. Είμαστε ήδη στις 2 Μαΐου, όταν αρχίζουν να καίγονται τα πρώτα χωριά (Λοχριά, Καμάρες και Μαργαρικάρι), καθώς ο εχθρός προσπαθεί να εκβιάσει μια απάντηση για το πού βρίσκεται ο στρατηγός.
Βλέποντας από ψηλά τον όρμο που θα ερχόταν το υποβρύχιο, η ελπίδα της αποστολής ότι κοντοζύγωνε στον στόχο της έδωσε τη θέση της στην απελπισία. Γερμανικά περίπολα χτένιζαν την περιοχή και η κάθοδος ήταν αδύνατη. Από μηχανής θεός στάθηκαν οι ΕΑΜίτες, που σε συνεννόηση με τους απαγωγείς αρχίζουν ένα κύμα επιθέσεων για να δημιουργήσουν αντιπερισπασμό.
Οι Γερμανοί αιφνιδιάστηκαν πράγματι από τις επιθέσεις των ανταρτών τα ξημερώματα της 4ης Μαΐου και απέσυραν τα μπλόκα τους από τη Φανερωμένη. Από κει (περιοχή του Ροδάκινου) θα τους παραλάβει το συμμαχικό υποβρύχιο τα ξημερώματα της 15ης Μαΐου ξεγλιστρώντας κυριολεκτικά κάτω από τις μύτες του εχθρού.
Ο αιχμάλωτος Κράιπε οδηγήθηκε από το Κάιρο στην Αγγλία και τον Καναδά μετά, όπου παρέμεινε έγκλειστος σε στρατόπεδο αιχμαλώτων μέχρι το 1947 που απελευθερώθηκε. Ο Χίτλερ έπεσε από τα σύννεφα όταν του μετέφεραν τα νέα για τον προβεβλημένο υποστράτηγο και ζωντανό θρύλο της Βέρμαχτ που βρισκόταν στα χέρια του εχθρού!
Ο αξιωματικός που πολεμούσε από τον Α’ Παγκόσμιο και είχε παρασημοφορηθεί στον Β’ για τις εξαίρετες ικανότητές του στο Ανατολικό Μέτωπο είχε κάνει φτερά από δυο άγγλους κομάντο και μια χούφτα Κρητικούς. Η απαγωγή του Κράιπε τσάκισε το ηθικό των Γερμανών στην Κρήτη και αναπτέρωσε το φρόνιμα των ντόπιων που μάχονταν ενάντια στη ναζιστική λαίλαπα.
Η καλοσχεδιασμένη επιχείρηση δεν θα είχε ευοδωθεί χωρίς τη βοήθεια του κρητικού λαού, κι αυτό δεν το αμφισβήτησε κανένας από τους πρωταγωνιστές. Τα μετέπειτα γερμανικά αντίποινα (Αύγουστος του 1944) ήταν βέβαια πολύ σκληρά και αρκετοί αμφισβήτησαν τη σκοπιμότητα της όλης επιχείρησης. Μαζικές εκτελέσεις έλαβαν χώρα σε πολλά ανταρτοχώρια της Κρήτης και αιτιολογήθηκαν στη βάση της απαγωγής του υποστράτηγου Κράιπε, δικαιολογώντας έτσι προαποφασισμένες επιχειρήσεις καταστολής της κρητικής Αντίστασης.
Οι Γερμανοί έκαναν στάχτη τα πάντα στο πέρασμά τους, ακολουθώντας την πορεία διαφυγής των απαγωγέων. Όταν πάντως διαδόθηκε το νέο της απαγωγής του στρατηγού στους κόλπους των γερμανών στρατιωτών του Ηρακλείου, πολλοί έσπευσαν να το γιορτάσουν με μπίρες. Φάνηκε πως ο Κράιπε δεν ήταν καθόλου δημοφιλής διοικητής…
Κατοπινά χρόνια
Ο ήρωας Πατεράκης βρέθηκε μετά τον πόλεμο χωρίς δουλειά. Και χωρίς καμία αναγνώριση της αντιστασιακής δράσης του βεβαίως, παρά το γεγονός ότι το όνομα του χωροφύλακα-κομάντο είχε φτάσει μέχρι και το Λονδίνο!
Η αναγνώριση της προσφοράς του στον τόπο μας θα έρθει πολύ αργότερα και μάλιστα από τους ανθρώπους που τόσο γελοιοποίησε στον Β’ Παγκόσμιο: τους Γερμανούς. Τιμώντας τον για τον ιπποτικό τρόπο με τον οποίο φέρθηκε στον Κράιπε στα κορφοβούνια της Κρήτης, τον έκαναν φύλακα του γερμανικού στρατιωτικού νεκροταφείου Μάλεμε, ένα από τα δύο κοιμητήρια με πεσόντες γερμανούς στρατιώτες στην Ελλάδα…