του Ξενοφώντα Τσούκαλη, M.D., medlabnews.gr iatrikanea
Όζος του θυρεοειδούς είναι ένα «εξόγκωμα» σε ένα φυσιολογικό αδένα. Οι όζοι είναι πολύ συχνοί και έχει υπολογισθεί ότι μία στις 12 με 15 γυναίκες και ένας στους 45 με 50 άνδρες έχουν όζο στον θυρεοειδή.
Από τους ασθενείς που είναι ασυμπτωματικοί, εάν εξετασθούν με υπερηχοτομογράφο, το 50 με 70% έχουν όζο. Λιγότερο από το 5% αυτών θα έχουν κακοήθεια, ενώ οι περισσότεροι είναι κύστεις.
Οι πιο συχνοί τύποι καλοηθών όζων είναι αδενώματα, κύστεις και θυρεοειδίτιδα Hashimoto. Λιγότερο συχνοί τύποι είναι η υποξεία θυρεοειδίτιδα, η θυρεοειδίτιδα του Riedel. Το 60% των κακοηθών όζων είναι θηλώδες καρκίνωμα. Το καρκίνωμα αυτό είναι καλά διαφοροποιημένο και έχει καλή πρόγνωση. Οι αλλαγές στη φωνή (βράγχος), η ταχεία αύξηση του μεγέθους ενός μορφώματος στον τράχηλο, ο επίμονος πόνος στην περιοχή, αποτελούν αιτίες άμεσης παραπομπής σε χειρουργό ενδοκρινών αδένων. Σε περίπτωση εμφάνισης συριγμού, ο ασθενής πρέπει να απευθύνεται σε ειδικό ακόμα και την ίδια ημέρα. Μονήρεις συμπαγείς μάζες στον θυρεοειδή είναι εξαιρετικά σπάνιες στα παιδιά, όταν όμως παρατηρούνται κατά 80% είναι κακοήθεις και σε ποσοστό 80% υπάρχει και λεμφαδενική συμμετοχή.
Οι περισσότεροι όζοι του θυρεοειδούς είναι ασυμπτωματικοί. Μπορούν να παρουσιαστούν ως ψηλαφητή μάζα στον τράχηλο ή να δώσουν την αίσθηση τάσης στην περιοχή. Σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις παρουσιάζεται πόνος ή δυσκαταποσία.
Η παρουσία των όζων αυξάνεται κατά 10 φορές μετά από υπερηχογράφημα , εγχείρηση η νεκροψία. Με την πάροδο της ηλικίας η συχνότητα των θυρεοειδικών όζων από τους οποίους το 50% είναι ψηλαφητά μονήρεις αυξάνεται, είναι δε τέσσερις φορές πιο συχνοί στις γυναίκες. Η διάγνωση και θεραπεία του μονήρους είναι ίδια με εκείνη ενός κυρίαρχου όζου η ενός όζου που έχει διαφορετική σύσταση από τους άλλους σε πολυοζώδεις βρογχοκήλες.
Από το ιστορικό πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ηλικία αφού είναι γνωστό ότι οι θυρεοειδικοί όζοι που εμφανίζονται σε μικρές και μεγάλες ηλικίες έχουν αυξημένη πιθανότητα να είναι κακοήθεις. Σε μία πρόσφατη μελέτη τα παιδιά που εμφανίζουν ψυχρό όζο στο θυρεοειδή έχουν διπλάσια πιθανότητα να εμφανίσουν καρκίνο σε σύγκριση με τους ενήλικες . Η εμφάνιση μονήρους όζου στους άνδρες έχει επίσης αυξημένη επίπτωση εμφάνισης κακοήθειας. Η γρήγορη ανάπτυξη του όζου και συμπτώματα τοπικής διήθησης αυξάνουν την πιθανότητα κακοήθειας αλλά λίγοι ασθενείς έχουν αυτά τα συμπτώματα. Η έκθεση σε εξωτερική ακτινοβολία του τραχήλου ή του θώρακος σε χαμηλές ή υψηλές δόσεις αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης καλοήθων ή κακοήθων θυρεοειδικών όζων. Μετά από δόσεις 200-500 rads οι όζοι του θυρεοειδούς εμφανίζεται με συχνότητα 2% το χρόνο φθάνοντας στο peak σε 15-25 χρόνια. Οι θερμοί όζοι είναι συνήθως καλοήθεις αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις. Ένας ψηλαφητός ψυχρός όζος σε N. Graves είναι ύποπτος για κακοήθεια.
Όζοι, 1 εκατοστού, μπορεί εύκολα να ανευρεθούν εκτός εάν βρίσκονται βαθιά η κατασκευή του τραχήλου είναι τέτοια που δεν μας επιτρέπει την εύκολη ψηλάφηση. Η εξέταση του ασθενούς με θυρεοειδικό όζο πρέπει να περιλαμβάνει μια προσεκτική εκτίμηση του όζου εάν είναι σκληρός, ομαλός εάν συμφύεται με τους υποκείμενους η υπερκείμενους ιστούς εάν είναι μονήρης η εάν υπάρχουν και άλλοι όζοι δηλαδή είναι ένας κυρίαρχος στα πλαίσια οζώδους βρογχοκήλης. Ακόμα αναζητούνται ψηλαφητοί τραχηλικοί λεμφαδένες περιπτώσεις στις οποίες η κακοήθεια είναι πολύ αυξημένη.
Όταν διαπιστώνεται όζος πρέπει να απαντηθούν 3 ερωτήματα:
- Αν είναι καλοήθης ή κακοήθης.
- Αν είναι λειτουργικά ανενεργής, δηλαδή ψυχρός, ή εάν παράγει μεγάλες ποσότητες θυρεοειδικών ορμονών, δηλαδή είναι θερμός, και
- Αν λόγω του μεγέθους και της θέσης του δημιουργεί προβλήματα, πιέζοντας παρακείμενα όργανα και σχηματισμούς, όπως:
- την τραχεία, προκαλώντας δύσπνοια,
- τον οισοφάγο, προκαλώντας δυσχέρεια στην κατάποση, και
- το λάρυγγα ή νεύρα, με αποτέλεσμα δυσκολία στην ομιλία και βράγχος φωνής. Μετά από εξέταση και το κατάλληλο εργαστηριακό έλεγχο η συνήθης απάντηση είναι όχι σε όλα. Στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχει ένας ή περισσότεροι όζοι μικρού ή μετρίου μεγέθους, που είναι ανενεργοί, δεν παράγουν δηλαδή θυρεοειδικές ορμόνες και δεν προκαλούν πιεστικά φαινόμενα. Σπάνια ο όζος υπερλειτουργεί, παράγοντας ανεξέλεγκτα πολλές θυρεοειδικές ορμόνες, με αποτέλεσμα ο/η ασθενής να έχει υπερθυρεοειδισμό, οπότε και εργαστηριακά παρατηρείται αύξηση της T4 ή/και της T3 και πάρα πολύ χαμηλή TSH (Θυρεοειδοτρόπος Ορμόνη). Στο σπινθηρογράφημα απεικονίζεται ο όζος που υπερλειτουργεί και καλείται θερμός (αυτόνομος). Εάν υπερλειτουργούν πολλοί όζοι, έχουμε την ¨πολυοζώδη τοξική βρογχοκήλη¨.
Ο παρακλινικός έλεγχος περιλαμβάνει τον προσδιορισμό των ορμονών το υπερηχογράφημα, το σπινθηρογράφημα και την βιοψία με λεπτή βελόνα.
Με τον ορμονολογικό έλεγχο θα εκτιμηθεί εάν ο ασθενής είναι ευθυρεοειδικός υπερ-υποθυρεοειδικός και αυτό γίνεται κυρίως με τον προσδιορισμό της TSH και με την μέτρηση των θυρεοειδικών ορμονών.
Δυσλειτουργία του θυρεοειδούς δεν αποκλείει το ενδεχόμενο κακοήθειας αλλά αυτό είναι πιο σπάνιο.
Το υψηλής ευκρίνειας υπερηχογράφημα έχει την ικανότητα να μετρά τον όγκο του αδένα και τον αριθμό και το μέγεθος των όζων που υπάρχουν. Η διακριτική ικανότητα φθάνει στο ανιχνεύει όζους 2-4 χιλ. Ανάλογα με τη σύσταση τους οι όζοι διακρίνονται σε συμπαγείς, κυστικοί και μεικτοί δηλαδή με συμπαγή και κυστικά στοιχεία. Οι καθαρά κυστικοί όζοι είναι πάρα πολύ σπάνιοι. Αν και το υπερηχογράφημα δεν μας βοηθά στον διαχωρισμό καλοήθων και κακοήθων όζων περισσότεροι όζοι με κακοήθεια είναι συμπαγείς, ακανόνιστοι και υποηχογενείς. Αποτιτανώσεις υπάρχουν σε 10-15% όλων των όζων και εάν εντοπίζονται στη περιφέρεια του όζου είναι υπέρ της καλοήθειας ενώ εάν υπάρχουν στικτές αποτιτανώσεις μέσα στον όζο είναι πιθανόν να πρόκειται για θηλώδες καρκίνωμα.
Το σπινθηρογράφημα του θυρεοειδούς δείχνει το σχήμα, το μέγεθος και τη λειτουργία του αδένα και των οζιδίων αυτού, χρησιμοποιώντας ελάχιστες ποσότητες ραδιοφαρμάκου, όπως το ιώδιο. Εφόσον το οζίδιο προσλαμβάνει το ραδιενεργό ιώδιο χαρακτηρίζεται ως «θερμός όζος» και είναι σχεδόν πάντα καλοήθης. Στην αντίθετη περίπτωση, δηλαδή όταν το οζίδιο προσλαμβάνει ελάχιστα ή καθόλου το ραδιοφάρμακο σε σχέση με τον υπόλοιπο θυρεοειδή, τότε ονομάζεται «ψυχρός όζος». Οι ψυχροί όζοι του θυρεοειδούς μπορεί να είναι ή και να μην είναι κακοήθεις. Το σπινθηρογράφημα δεν μπορεί να μας διαχωρίσει εάν ένας όζος είναι καλοήθης η κακοήθης αλλά μπορεί να μας δώσει την πληροφορία εάν υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες ο όζος να έχει κακοήθεια. Είναι γνωστό ότι το 15% περίπου των ψυχρών είναι κακοήθεις ενώ οι χλιαροί όζοι που αντιπροσωπεύουν το 10% των όζων έχουν 6% πιθανότητα κακοήθειας ενώ το 5% των θερμών όζων εμφανίζουν κακοήθεια πάρα πολύ σπάνια.
Η παρακέντηση διά λεπτής βελόνης του οζιδίου του θυρεοειδούς παρέχει τη δυνατότητα για μικροσκοπική εξέταση (βιοψία). Με τη μέθοδο αυτή μπορούμε να καθορίσουμε με ακρίβεια 90% την πιθανότητα καρκίνου στο οζίδιο. Η βιοψία με λεπτή βελόνα ( FNA ) έγινε πρωταρχική εξέταση στη πλειονότητα των ασθενών με μονήρη όζο γιατί είναι ασφαλής φθηνή και μας κατευθύνει ποιοι ασθενείς θα πρέπει να χειρουργηθούν Τα αποτελέσματα τα οποία μπορούμε να πάρουμε όταν το υλικό της βιοψίας είναι ικανοποιητικό είναι Καλοήθης, κακοήθης απροσδιόριστο (ύποπτο). Η ακρίβεια της μεθόδου φθάνει το 70-97 % και εξαρτάται από την εμπειρία του γιατρού που κάνει την βιοψία και την ικανότητα του κυτταρολόγου να αξιολογεί τα ευρήματα που υπάρχουν. Η πλειονότητα των αποτελεσμάτων (75%) είναι αρνητικά για κακοήθεια και αφορούν Ν. Hashimoto και κολλοειδή βρογχοκήλη. Τα ψευδώς αρνητικά κυτταρολογικά αποτελέσματα είναι 1-6% και αφορούν κυρίως μη ικανοποιητική λήψη υλικού η λάθος διάγνωση. Τα λάθη αυτά γίνονται κυρίως σε όζους που είναι μικρότεροι του 1 εκ η μεγαλύτεροι 4 εκ, αιμορραγικούς όζους η πολυοζωδεις βρογχοκήλες όπου θα πρέπει να γίνονται πολλές βιοψίες και ενδεχομένως υπό υπερηχογραφική κάλυψη. Μια ανεπαρκής λήψη υλικού είναι μια αιτία για να έχει κανείς ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα και αυτό αφορά το 20% των βιοψιών όπου λίγα μόνο κύτταρα υπάρχουν και είναι αδύνατο η στήριξη μιας ασφαλούς διάγνωσης.
Επανάληψη της βιοψίας είναι δυνατό στο 50% των περιπτώσεων να δώσει υλικό για διάγνωση.
Οι περισσότερες περιπτώσεις ανεπαρκούς υλικού αφορούν απλές κύστης ή εκφυλίσεις αδενωμάτων και η ανεπάρκεια οφείλεται στα λίγα κύτταρα που περιέχονται σ’αυτά. Θετικά κυτταρολογικά αποτελέσματα έχουμε στο 5-10% των περιπτώσεων και τα ψευδώς θετικά κυμαίνονται μεταξύ 3-6%. Τα αδιευκρίνιστα η ύποπτα αποτελούν το 20% περίπου και αφορούν περιπτώσεις θυλακιωδών νεοπλασμάτων. Η πιο συχνή καλοήθης κυτταρολογική εικόνα είναι του κολλοειδούς όζου που εμφανίζουν τα μακροθυλακιώδη αδενώματα. Η πιο συχνή κακοήθης διάγνωση είναι του θηλώδους καρκινώματος. Στη κατηγορία των αδιευκρίνιστων η ύποπτων παρασκευασμάτων είναι το μικροθυλακιώδες αδένωμα, εμβρυϊκό αδένωμα το αδένωμα από κύτταρα Hurthle. H ακρίβεια της βιοψίας με χονδρή ή λεπτή βελόνα από πολλά κέντρα είναι η ίδια γι αυτό η βιοψία με χονδρή βελόνα έχει καταργηθεί. Όπως προαναφέραμε η ακρίβεια της βιοψίας με λεπτή βελόνα φθάνει το 80-97%, η ειδικότητα 90-98% και η ευαισθησία το 80-90%.
Πως αντιμετωπίζονται οι θυρεοειδικοί όζοι;
Εφόσον με τις παραπάνω εξετάσεις θεωρήσουμε ότι το οζίδιο είναι καλοήθης, τότε ο ασθενής παρακολουθείται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Επίσης λαμβάνει την ορμόνη του θυρεοειδούς ως θεραπεία καταστολής του οζιδίου. Σε λίγες περιπτώσεις το οζίδιο συνεχίζει να αυξάνει σε μέγεθος ή προκαλεί αίσθημα πίεσης στο λαιμό, οπότε και αφαιρείται.
Ακόμα και αν υπάρχει υπόνοια κακοήθειας, τότε ο ασθενής οδηγείται στο χειρουργείο και αφαιρείται σχεδόν όλος ο θυρεοειδής (σχεδόν ολική θυρεοειδεκτομή), διότι πάντοτε παραμένουν ελάχιστα υπολείμματα.
Η διάγνωση του καρκίνου του θυρεοειδούς δεν πρέπει να μας φοβίζει αφού δεν έχει καμιά σχέση με τον καρκίνο σε κάποιο άλλο μέρος του σώματός μας. Η πρόγνωση του καρκίνου του θυρεοειδούς είναι εξαιρετικά καλή επειδή θεραπεύεται εύκολα με τη χειρουργική επέμβαση. Στο χειρουργείο αφαιρείται όλος ο θυρεοειδής αδένας καθώς και όσοι λεμφαδένες της περιοχής παρουσιάζονται διογκωμένοι. Με την πρόοδο της χειρουργικής επιστήμης, η αφαίρεση του θυρεοειδούς αποτελεί μια απλή επέμβαση, εξαιρετικά ασφαλής και γίνεται διαμέσου μιας πολύ μικρής τομής, με γενική ή τοπική αναισθησία. Ο ασθενής έχει ελάχιστο πόνο και παραμένει στο νοσοκομείο μία ή το πολύ δύο ημέρες. Επιπλέον, στην περίπτωση καρκίνου του θυρεοειδούς, έξι εβδομάδες μετά την εγχείρηση χρησιμοποιούμε ραδιενεργό ιώδιο για να καταστρέψουμε τυχόν εναπομείναντα καρκινικά κύτταρα.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση και στρατηγική του Καρκίνου του Θυρεοειδούς εξαρτάται από τον τύπο του καρκίνου και από την επέκταση του σε άλλους ιστούς και όργανα. Οι θεραπευτικές επιλογές είναι οι εξής:
- H χειρουργική αφαίρεση όλου ή σχεδόν όλου του αδένα, και αν είναι δυνατόν και των γειτονικών λεμφαδένων. Μετά την επέμβαση, ο ασθενής πρέπει να λαμβάνει για όλη του τη ζωή θυροξίνη σε μεγάλες δόσεις για να υποκαταστήσει τις θυρεοειδικές ορμόνες που δεν μπορεί πλέον να παράγει και να προλάβει μελλοντικές υποτροπές.
- Χορήγηση ραδιενεργού ιωδίου στον ασθενή για να καταστραφεί τυχόν υπόλειμμα του αδένα μετά τη χειρουργική αφαίρεση ή δευτεροπαθείς εστίες του καρκίνου σε λεμφαδένες ή άλλα όργανα και μέρη του σώματος.
- Εξωτερική ακτινοβόληση: μπορεί να είναι ευεργετική ειδικά σε ασθενείς με προχωρημένη νόσο οι οποίοι δεν μπορούν να υποβληθούν σε χειρουργική επέμβαση.
- Χημειοθεραπεία: μπορεί να είναι ευεργετική μόνο σε ασθενείς με Αναπλαστικό Καρκίνο του Θυρεοειδούς.
Όλοι οι ασθενείς που χειρουργούνται για οζίδιο θυρεοειδούς οφείλουν να λαμβάνουν φάρμακο με την ορμόνη του θυρεοειδούς δια βίου.
Πηγή: medlabnews.gr iatrikanea