Το όνομα του Πήλιου Γούση είναι κάτι σαν βρισιά, ωστόσο, η πραγματική ιστορία του είναι διαφορετική
Στο πιο πρόσφατο από τα επεισόδια της κόντρας μεταξύ του Πάνου Καμμένου και του Νίκου Κοτζιά, ο πρόεδρος των Ανεξάρτητων Ελλήνων χαρακτήρισε τον πρώην υπουργό Εξωτερικών «Πήλιο Γούση» προκειμένου να τονίσει την -κατά τον ίδιο- «προδοτική» στάση του στο ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων.
Ο Πήλιος Γούσης, πέρασε στην ιστορία, ως συνώνυμο της προδοσίας. Είναι ο άνθρωπος που σύμφωνα με την παράδοση έβαλε τους Τούρκους μέσα στο ηρωικό Σούλι αποκαλύπτοντας στο στρατό του Πασά ένα μυστικό πέρασμα.
Δίκαια, λοιπόν, θα σκεφτόταν κάποιος, πως αν θέλεις να τονίσεις την προδοτική στάση κάποιου σε οποιοδήποτε ζήτημα τότε μπορείς να χρησιμοποιείς αυτό το όνομα. Το ζήτημα, ωστόσο, είναι πως ο Πήλιος Γούσης ουδέποτε υπήρξε προδότης, έπεσε θύμα πολιτικών ερίδων και η ιστορία έστω και μετά από πάρα πολλά χρόνια του «ζήτησε» τη συγγνώμη που του άξιζε.
Η «προδοσία» του Πήλιου Γούση
Ο Πήλιος Γούσης, ήταν ένας από τους πιο ατρόμητους οπλαρχηγούς του αγώνα για την ανεξαρτησία. Σύμφωνα με τα όσα πέρασαν στην παράδοση, ωστόσο, πριν το ξέσπασμα της επανάστασης του 1821 ο Γούσης, παρακινούμενος από προσωπικά, πολιτικά και οικονομικά κίνητρα, συνέπραξε με τον Αλή Πασά και τον γιο του Βελή Πασά προκειμένου να «πέσει» το Σούλι στα χέρια των Τούρκων.
Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, λοιπόν, το καλοκαίρι του 1803 (και ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη η τρίτη προσπάθεια του Πασά να καταλάβει την κοινότητα) ο Γούσης ήρθε σε συνεννόηση με τον Βελή Πασά που είχε αναλάβει την στρατιωτική διοίκηση της πολιορκίας του Σουλίου και του πρότεινε ένα σχέδιο για την κατάληψη του ηρωικού χωριού.
Υποτίθεται πως ο Γούσης για αυτή του την προδοσία ζήτησε ως αντάλλαγμα την απελευθέρωση ενός γαμπρού του, που κρατείτο όμηρος, καθώς και την παροχή μεγάλου χρηματικού ποσού, που σύμφωνα πάντα με την παράδοση ήταν περίπου 9.000 γρόσια.
Το σχέδιο θα έμπαινε σε εφαρμογή στα τέλη Σεπτεμβρίου και ο Γούσης θα υποδείκνυε στους Οθωμανούς ένα αφύλακτο μονοπάτι που θα οδηγούσε στο Κούγκι, ώστε να πάρουν τις πλάτες των Σουλιωτών και να τους περικυκλώσουν. Όταν έγινε η πρωινή επίθεση και οι Σουλιώτες προσπάθησαν ν’ αντιδράσουν δέχθηκαν πυρά από πίσω τους από τους 200 Τούρκους που είχαν μπει από το βράδυ μέσα στο χωριό με την προδοσία του Πήλιου Γούση.
Τελικά, οι υπερασπιστές του Σουλίου αναγκάζονται να υποχωρήσουν και αντέχουν μέχρι τον Δεκέμβρη του 1803 οπότε και συνθηκολογούν για να ακολουθήσουν όλα τα τραγικά γεγονότα (ο χορός του Ζαλόγγου, η ανατίναξη της μπαρουταποθήκης στο Κούγκι από τον καλόγερο Σαμουήλ κ.α.) που καταγράφηκαν στην ιστορία.
Η πολιτική κόντρα με τον Τζαβέλλα και ο Περραιβός
Ο πρώτος που προσπάθησε να καταγράψει την πτώση του Σουλίου ήταν ο Χριστόφορος Περραιβός ο οποίος έγραψε ένα βιβλίο για την ιστορία της ηρωικής κοινότητας. Εκεί μέσα γίνεται και η πρώτη αναφορά στην προδοσία του Πήλιου Γούση. Ο Περραιβός έγραψε στο βιβλίο του ότι «ο Γεώργιος Μπότσαρης και οι συμπέθεροί του Πήλιος Γούσης και Κουτσονίκας επρόδωσαν στον Αλή Πασά την πατρίδα τους το Σούλι».
Και εδώ ακριβώς είναι και το σημείο κλειδί της «προδοσίας» του Γούση. Μετά το θάνατο του Γεώργιου Τζαβέλλα οι Σουλιώτες προχώρησαν στην εκλογή του νέου τους αρχηγού. Ο Πήλιος Γούσης ήταν ένας από τους υποψήφιους. Ηττήθηκε, ωστόσο, από τον Φώτο τον Τζαβέλλα, γιο του θανόντος οπλαρχηγού.
Τότε υποτίθεται πως εξοργισμένος ο Γούσης άρχισε να φωνάζει, να βρίζει (με τη γνωστή αθυροστομία που διέκρινε τους περισσότερους από τους οπλαρχηγούς), να καταριέται και ν’ απειλεί. «Γ**ώ τη μάνα του, όλο οι Τζαβελλαίοι θα κυβερνάνε το Σούλι; Τώρα θα τους δείξω εγώ»!
Ο Περραιβός όταν έγραφε την ιστορία του, ωστόσο, φαίνεται πως δεν ήταν και τόσο αντικειμενικός. Όντας αφοσιωμένος στη «φάρα» των Τζαβελλαίων αντιπαλευόταν με πάθος την αντίστοιχη των Μποτσαραίων στην οποία ήταν προσκείμενος ο Πήλιος Γούσης.
Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Ένα χρόνο πριν γράψει τη δεύτερη έκδοση του βιβλίου του, στη Συνέλευση της Κέρκυρας, ο Χ. Περραιβός, ζήτησε από τους Σουλιώτες να τον ορίσουν πληρεξούσιο σε επιτροπή που θα μετέβαινε στη Βιέννη, να ζητήσει τη στήριξη του αυτοκράτορα Αλέξανδρου που βρισκόταν εκεί τότε. Σύμφωνα με την παράδοση, λοιπόν, ο Πήλιος Γούσης φαίνεται να τον… κατσάδιασε λέγοντάς του «Περραιβέ, οι Σουλιώται, έχουν άνδρας να υπερασπισθούν τα δίκαιά των»!
Τα παραπάνω φαίνεται να ενισχύει μια ακόμα μικρή αλλά σημαντική λεπτομέρεια. Το βιβλίο του Περραιβού είχε τρεις εκδόσεις. Η πρώτη ήταν το 1803, την ίδια χρονική περίοδο με τα ιστορικά γεγονότα, δηλαδή, και έγινε στο Παρίσι. Σε αυτή την έκδοση, λοιπόν, ως προδότες για την πτώση και την καταστροφή του Σουλίου εμφανίζονται ο Γιώργης Μπότσαρης, ο Παλάσκας, ο Διαμαντής Ζέρβας και ο γέρος Κουτσονίκας. Πουθενά δεν υπάρχει το όνομα του Γούση το οποίο ως δια μαγείας εμφανίζεται στις επόμενες δυο εκδόσεις, του 1815 και του 1857. Μετά, δηλαδή, από το… κατσάδιασμα στη Συνέλευση της Κέρκυρας!
Η αποκατάσταση του ονόματος του Πήλιου Γούση
Οι Σουλιώτες είχαν την ίδια ιδιοσυγκρασία με τους αρχαίους Σπαρτιάτες και σε θέματα προδοσίας ήταν αμείλικτοι. Η τύχη των προδοτών ήταν προδιαγεγραμμένη. Βασανιστήρια και τελικά θάνατος. Προκαλεί, εντύπωση, λοιπόν, πως είναι δυνατόν ένας… προδότης σαν τον Πήλιο Γούση να κυκλοφορεί με άνεση ανάμεσα στους Σουλιώτες, να λαμβάνει μέρος σε κρίσιμες αποφάσεις και κανείς να μη του κάνει τίποτα.
Μετά τη συνθηκολόγηση των Σουλιωτών, ο Γούσης βρέθηκε (το 1820) στην Κέρκυρα και σχεδίασε από κοινού με τους συμπατριώτες του την αντεπίθεση κατά του Αλή πασά.
Επιπλέον σύμφωνα με πολλούς ιστορικούς και μελετητές, ο Γούσης (το πραγματικό του όνομα ήταν Πήλιος Πούσμπος) έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρείας το 1819. Κάτι που δύσκολα θα γινόταν αν ήταν πραγματικός προδότης δεδομένου πως οι μυημένοι ήταν όλοι άνθρωποι απολύτου εμπιστοσύνης.
Επιπλέον, στην πολιορκία και την έξοδο του Μεσολογγίου συμμετείχε και ο Πήλιος Γούσης μαζί με τους υπόλοιπους Σουλιώτες. Ο Π. Τζιόβας γράφει πως «προτού αρχίσει η δεύτερη πολιορκία του θρυλικού Μεσολογγίου, 65 γυναικόπαιδα οδηγούμενα από τους Θεοδ. Λάμπρου, Λ. Βέικο, Γ. Δράκο και Πήλιο Γούση μπήκαν στην πόλη με τη φροντίδα του φιλικού Αθ. Κεφαλά, ο οποίος καταγόταν από την Πρέβεζα».
Ο Γούσης μετείχε μαζί με τον Κίτσο Τζαβέλλα και 500 μαχητές και στην προσπάθεια διάσωσης της νησίδας Ντολμάς, η οποία τελικά αλώθηκε από τους Τούρκους. Στις 3 Μαρτίου του 1826 μπροστά στο φάσμα της πείνας και μετά από την άλωση του Αιτωλικού, συνήλθαν οι καπεταναίοι στο καλύβι του Ν. Ζέρβα και ο Πήλιος Γούσης, φαμελίτης ο ίδιος, επειδή νόμισε ότι οι μη οικογενειάρχες ήθελαν να φύγουν, τους φοβέρισε με τα παρακάτω λόγια, όπως μας τα περιέσωσε ο επιστήθιος φίλος του Νίκος Κασομούλης: «Πουθενά δεν πηγαίνομεν! Βουνόν (εις ύψος) να το κάμη απ’ έξω, εδώ θα πεθάνωμεν, και όποιου (του) βαστά ο κ**ος ας κάμη αρχήν και βλέπει. Ανατολικόν εδώ δεν το κάμνομεν». Μια σκληρή στάση που, προφανέστατα, ένας προδότης δεν θα τηρούσε.
Ο Πήλιος Γούσης, σκοτώθηκε τον Απριλίου του 1826 πολεμώντας ηρωικά, αν και τραυματισμένος, στην έξοδο του Μεσολογγίου, όπου είχε καταφύγει ύστερα από πολλές περιπλανήσεις μαζί με πολλούς ακόμα Σουλιώτες. Το όνομα του Πήλιου Γούση είναι, πλέον, χαραγμένο σε έναν από τους τάφους στο Ηρώο Μεσολογγίου.